«Ο ΠΑΟΚ μου πρόσφερε περισσότερα από το ΝΒΑ!»

Ο παλιός παίκτης της ομάδας μπάσκετ του ΠΑΟΚ, Ματ Μπούλαρντ, παραχώρησε συνέντευξη στο sentragoal και μίλησε για πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα...
«Ο ΠΑΟΚ μου πρόσφερε περισσότερα από το ΝΒΑ!»

Σας λένε τίποτα τα ονόματα... Λεμόν Λάμπλεϊ, Τζερόντ Μουστάφ και Ματ Μπούλαρντ; Ναι, είναι οι τρεις Αμερικανοί που είχαν κληθεί τη σεζόν 1994-95 να «γεμίσουν» τα παπούτσια του... Ουόλτερ Μπέρι ο οποίος είχε κάνει μια εκπληκτική σεζόν στον ΠΑΟΚ με αποκορύφωμα την κατάκτηση του κυπέλλου Κόρατς, αλλά την αμέσως επόμενη χρονιά είχε επιλέξει να είναι το πρώτο όνομα στη... μαρκίζα του Ηρακλή.

Εμείς θα ασχοληθούμε με τον τελευταίο που κλήθηκε να πάρει θέση στο ρόστερ του ΠΑΟΚ. Έναν ξανθομάλλη φόργουορντ με μπόι που άγγιζε (αλλά δεν έφτανε) τα 210 εκατοστά, ο οποίος είχε καλό σουτ από μέση και μακρινή απόσταση, αλλά όχι και τόσο καλό inside game. Άλλωστε γι' αυτήν την δουλειά υπήρχε ο Ζόραν Σάβιτς!

Ομως ήταν ένας παίκτης που πήγαινε στη Θεσσαλονίκη με τις περγαμηνές του ΝΒΑ και το παράσημο του πρωταθλητή με τους Χιούστον Ρόκετς έχοντας συμπαίκτη τον τεράστιο Χακίμ Ολάζουον, όπως και τους Θορπ, Χόρι, Κασέλ, Μάξγουελ, Σμιθ. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Αρχικά εκείνος που πήρε θέση στον ΠΑΟΚ ήταν ο Λεμόν Λάμπλεϊ ο οποίος είχε «βγάλει μάτια» την προηγούμενη σεζόν στην Τεργέστη και ήταν από τους παίκτες που είχε ξεχωρίσει στους διπλούς τελικούς μεταξύ Στεφανέλ-ΠΑΟΚ. Όμως στη Θεσσαλονίκη... πόνεσαν τα μάτια όλων όσων τον είδαν!

Πέρασε και δεν ακούμπησε που λένε... Αμέσως αντικαταστάθηκε απο τον Τζερόντ Μουστάφ, ο οποίος δεν πρόλαβε να ξεδιπλώσει τις αρετές του εξαιτίας ενός τραυματισμού που τον «τελείωσε» πριν από την ώρα του. Για τον Αμερικανό ο οποίος πήγε στον ΠΑΟΚ με προοπτική να πρωταγωνιστήσει και αν δεν είχε τραυματιστεί θα το έκανε με επιτυχία θα επανέλθουμε στο μέλλον με ανάλογο αφιέρωμα.

Ουσιαστικά ο Μουστάφ αποχαιρέτησε τον «δικέφαλο του βορρά» στις 21 Δεκεμβρίου 1994. Αφού είχε προηγηθεί ένας μήνας απουσίας και οι άνθρωποι του ΠΑΟΚ τον περίμεναν πως και πως στο ξεκίνημα του νέου έτους, ήρθε η... χαριστική βολή: «Θρόμβωση ενδοφλέβιου μυός» η νέα διάγνωση και άλλες 40 μέρες εκτός αγωνιστικής δράσης: «Κάτι τέτοιο συμβαίνει μία φορά στις δέκα χιλιάδες...» είχε δηλώσει ο τότε γιατρός του ΠΑΟΚ, Κώστας Σαμαράς, ρίχνοντας και τους τίτλους τέλους της σύντομης καριέρας του Αμερικανού στην Ελλάδα.

Φυσικά οι Θεσσαλονικείς δεν μπορούσαν να περιμένουν τόσο πολύ, αφού οι υποχρεώσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη ήταν πολλές και έπρεπε να αποκτηθεί άμεσα ένα τεσσάρι που θα έμπαινε και θα έπαιζε. Αν και είχαν προταθεί παίκτες όπως ο Μάρλον Μάξεϊ και ο Μάλκολμ ΜακΚι, ο τότε πρόεδρος του ΤΑΚ ΠΑΟΚ, Απόστολος Οικονομίδης ήθελε να κάνει το μεγάλο «μπαμ» και να αποκτήσει έναν παίκτη παγκόσμιου βεληνεκούς. Το όνομα αυτού; Τζέιμς Ουόρθι! Ναι, του σούπερ σταρ των Λος Άντζελες Λέικερς την εποχή του «showtime» στην πόλη των αγγέλων. Ο Οικονομίδης είχε κάνει μια άκρως δελεαστική πρόταση ύψους 330 εκατομμυρίων δραχμών (!!) στον τότε 33χρονο Αμερικανό, ο οποίος είχε βάλει τέλος στην καριέρα του ύστερα από 12 συνεχόμενα χρόνια στους Λέικερς.

«Εμείς κάναμε το καθήκον μας και περιμένουμε» είχε πει ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ την παραμονή των Χριστουγέννων βάζοντας στην πρίζα τους οπαδούς της ομάδας! «Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσφορά σας, αλλά δεν ενδιαφέρομαι. Δεν έχω οικονομικό πρόβλημα, απλά δεν θέλω να παίξω» έλεγε το φαξ που έφτασε στα γραφεία του ΤΑΚ στις 6 Ιανουαρίου 1995, βάζοντας πρόωρο τέλος σε μια τεράστια μεταγραφή. Ο Οικονομίδης εξήγησε ότι η σύζυγος του Ουόρθι ήταν εκείνη που έβαλε το απαγορευτικό σε αυτήν την μετακίνηση: «Δεν πρόκειται να πάρουμε άγνωστο παίκτη. Αν η αξία κάποιου είναι αμφίβολη θα του ζητήσουμε να δοκιμαστεί. Είναι προτιμότερο να μην πάρουμε δεύτερο ξενο, από το να πάρουμε κάποιον που δεν θα μας χρειαστεί επειδή μας τον πρότειναν, όπως ο Μπούλαρντ...» εξηγούσε ο Οικονομίδης. Ορίστε; Ποιος; Δεν πέρασε καλά καλά μια εβδομάδα και στο αεροδρόμιο Μακεδονία εμφανίστηκε ένα ψιλόλιγνος Αμερικανός ξανθομάλλης με το... ονοματεπώνυμο, Ματ Μπούλαρντ!

Μάλιστα, οι φίλοι του ΠΑΟΚ του είχαν επιφυλάξει θερμή υποδοχή -όχι βέβαια ανάλογη με αυτή του Μουστάφ- στις 10 Ιανουαρίου 1995, όταν και πάτησε το πόδι του στη Θεσσαλονίκη κρατώντας στα χέρια του δύο σκυλάκια: «Είμαι έτοιμος να παίξω και να βοηθήσω τη νέα μου ομάδα. Δεν ξέρω τίποτα για την Ελλάδα και το ελληνικό μπάσκετ, δεν έχω ρωτήσει κανέναν, αλλά έχω έρθει ξανά στην Ευρώπη» είχε πει στις πρώτες του δηλώσεις, ενώ είχε υποσχεθεί ότι «θα κάνω τα πάντα για τον ΠΑΟΚ. Θα υπακούσω σε όλες τις οδηγίες του προπονητή μου και θα κάνω ό,τι μου ζητήσει...»

«Αυτό που έχει μείνει έντονα στο μυαλό μου από τις μέρες που έζησα στην Ελλάδα ήταν τα... χρήματα! Δεν τα πήρα ποτέ στην ώρα τους! Τότε είπα στην ομάδα του ΠΑΟΚ ότι θα φύγω και ότι θα επιστρέψω στις ΗΠΑ. Η απάντησή τους; Να περιμένω προκειμένου να με πληρώσουν τοις μετρητοίς. Δεν ξέρω πως και γιατί, ούτε καν κατάλαβα, αλλά με πλήρωσαν τελικά με... γερμανικά μάρκα λίγες μέρες αργότερα»

Το ντεμπούτο δεν άργησε να έρθει. Την αμέσως επόμενη ημέρα ο ΠΑΟΚ έδινε ευρωπαϊκό αγώνα στον οποίο δεν πρόλαβε να δώσει το «παρόν» και το ντεμπούτο του μετατέθηκε για το ματς πρωταθλήματος με τον Ηρακλή. Η εντολή που του είχε δώσει ο Σάκοτα ήταν σαφής. Όχι σκοράρισμα, αλλά καλή άμυνα πάνω στον Ουόλτερ Μπέρι. Ο Μπούλαρντ το έκανε πράξη. Μπορεί στην επίθεση να είχε μόλις 4 πόντους με 2/2 βολές και 1/2 δίποντα, αλλά με την άμυνά του υποχρέωσε τον Μπέρι σε πολλά αστοχα σουτ (9/23) βάζοντας και εκείνος από τη πλευρά του λιθαράκι της νίκης με 67-56.

Ο Αμερικανός φόργορντ ουδέποτε ήταν ηγέτης ή σκόρερ. Πάντα ρολίστας. Ενίοτε και πολυτελείας, όπως για παράδειγμα στον ΠΑΟΚ όπου μέτρησε κατά μ.ο. στην Α1 11,4 πόντους και 4,5 ριμπάουντ. Μάλιστα κατέκτησε και το κύπελλο στο φάιναλ φορ της Λαμίας έχοντας στον τελικό με αντίπαλο τον Πανιώνιο έξι -μόλις- πόντους. Στο ΝΒΑ αγωνίστηκε 11 συνολικά χρόνια με 5,3 πόντους και 2 ριμπάουντ σε 615 ματς της κανονικής περιόδου, όπως επίσης 3,5 πόντους και 1,4 ριμπάουντ σε 35 παιχνίδια των πλέι οφ. Μάλιστα θα έχει να θυμάται το παιχνίδι στις 22/4/1993 όταν και σημείωσε 28 πόντους (6/7 δίποντα, 5/8 τρίποντα, 1/3 βολές) κόντρα στους Μινεσότα Τίμπεργουλβς (112-110 οι Ρόκετς), αν και πρώτος σκόρερ ήταν ο... Χακίμ Ολάζουον με 33 πόντους.


«Οι αναμνήσεις μου έχουν ξεθωριάσει από εκείνα τα χρόνια. Παρόλα αυτά θυμάμαι ότι είχαμε αλλάξει πολλούς προπονητές τότε. Τα λέω σωστά; Αν δεν κάνω λάθος πρέπει να ήταν τρεις εκείνοι που βρέθηκαν στην ομάδα την ίδια χρονιά. Βέβαια δεν με ενδιέφερε ποιος ήταν στον πάγκο. Το μόνο που με ένοιαζε ήταν το παιχνίδι και να είμαι συνεπής στις υποχρεώσεις μου. Ήθελα να κάνω πάντα το καλύτερο, ανεξάρτητα με το ποιος ήταν στον πάγκο εκείνη τη στιγμή...»

Ο Ματ Μπούλαρντ κατοικεί στο Χιούστον όπου εργάζεται στους Ρόκετς ως τηλεσχολιαστής και δέχθηκε να μιλήσει στο κάλεσμα του SentraGoal. Και όπως θα διαβάσετε και από μόνοι σας, είχε πολλά...οικονομικά θέματα για να συζητήσει!

«Μαζί με τον Ντρέξλερ, σχολιαστές των Χιούστον Ρόκετς»

«Από την ενεργό δράση αποσύρθηκα το 2002 και έκτοτε θέλησα να ασχοληθώ με την τηλεόραση ως παρουσιαστής και σχολιαστής της αθλητικής επικαιρότητας και πιο συγκεκριμένα του μπάσκετ. Το 2004 αν δεν κάνω λάθος είχα πάρει μέρος σε έναν διαγωνισμό του Espn για μια εκπομπή με την επωνομασία 'Η δουλειά των ονείρων'. Μαζί με εμένα ήταν και άλλοι πρώην μπασκετμπολίστες, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφερα (σ.σ. για την ιστορία τη συγκεκριμένη θέση είχε κερδίσει ο Ντι Μπράουν, ο οποίος είχε κατακτήσει το διαγωνισμό καρφωμάτων το 1991). Φυσικά δεν έμεινα εκεί, αλλά συνέχισα να ψάχνω ανάλογες θέσεις» λέει αρχικά ο 46χρονος Μπούλαρντ και εξηγεί:

«Αρχικά βρέθηκα στο ραδιόφωνο του Espn, ενώ εργάστηκα και στο KPRC, ένας σταθμός θυγατρικός του NBC στο Χιούστον. Πάντως εδώ και εννέα χρόνια είμαι σχολιαστής στα παιχνίδια των Χιούστον Ρόκετς μαζί με τον Κλάιντ Ντρέξλερ, όπως και με τον Μπιλ Ουόρελ ο οποίος κάνει τις περιγραφές των αγώνων... Επίσης διατηρώ και ένα καμπ στο Τέξας»

«Το πνεύμα μου παίζει μπάσκετ, τα γόνατά μου όχι!»

Όπως οι περισσότεροι Αμερικανοί -αν όχι όλοι- που έχουν αποσυρθεί από την ενεργό δράση, έτσι και ο Μπούλαρντ περνάει τις περισσότερες ώρες μαζί με την οικογένεια και τα παιδιά του: «Είμαι παντρεμένος εδώ και πολλά χρόνια με την Πόλα και είμαι πατέρα δύο παιδιών. Η κόρη μου λέγεται Σάρα, είναι 17 ετών και ασκεί το επάγγελμα του μοντέλου, ενώ ο γιος μου ονομάζεται Έι Τζέι, είναι 15 χρονών και μπορώ να πω ότι είναι έτοιμος να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του στο μπάσκετ» και εξηγεί για ποιον λόγο δεν μπορεί να τον... ακολουθήσει:

«Πραγματικά μου αρέσει πολύ να παίζω μαζί του. Και με αυτόν και με τους φίλους του. Το λατρεύω! Όμως δεν το... λατρεύουν τα γόνατά μου που με έχουν προδώσει. Παρόλα αυτά μπορώ ακόμα να καρφώσω, χωρίς να το παρακάνω. Το μεν πνεύμα πρόθυμο, αλλά το σώμα όχι. Αν και το μπασκετικό μου ΙQ είναι σε εξαιρετικό επίπεδο, το σώμα μου δεν τα καταφέρνει. Το προσπαθώ όμως (Γέλια)».

«Όταν δεν είχαμε προπόνηση ή παιχνίδια ή ταξίδια μου άρεσε να τρώω, να κοιμάμαι και σε γενικές γραμμές να ξεκουράζομαι. Μαζί με τη σύζυγό μου βγαίναμε συχνά με την οικογένειά του Κόρφα. Περνούσαμε καλά. Αυτό μπορώ να στο πω στα σίγουρα. Έχετε υπέροχα μέρη στην Ελλάδα. Μάλιστα ξεκινούσαμε το γεύμα και ξεχνούσαμε να το τελειώσουμε. Μέναμε και τέσσερις ώρες στο εστιατόριο... Μου έχουν λείψει όλα αυτά».

«Έμαθα πολλά στην Ελλάδα. Έγινα καλύτερος παίκτης»

Και να 'ταν το μοναδικό κοινό των Αμερικανών; Όσους και αν έχουμε ρωτήσει μέσα από υτή τη στήλη για την εμπειρία τους από την Ελλάδα η απάντηση είναι μία και μοναδική: «Οι καλύτερες αναμνήσεις της ζωής μου είναι από την Ελλάδα. Με τα καλά και τα άσχημα. Με τα ευτράπελα. Με όλα. Η Ελλάδα είναι απίθανο μέρος» λέει και ο Μπούλαρντ, ο οποίος όπως θα διαβάσετε και παρακάτω έχει γλυκόπικρη γεύση από την εμπειρία του στη χώρα μας. Μην ρωτήσετε καν τον λόγο. Θαρρώ ότι τον έχετε ήδη καταλάβει και απλά θα τον επιβεβαίωστε λίγο παρακάτω:



«Πραγματικά λάτρεψα το πάθος που έχουν οι Έλληνες φίλαθλοι. Είναι κάτι που δεν περιγράφεται με τίποτα. Οι φίλοι του ΝΒΑ θα πρέπει να πάρουν ένα καλό μάθημα από τους Έλληνες και να μάθουν πώς πρέπει να υποστηρίζουν την ομάδα τους. Να κάνουν εντατικά μαθήματα!!»

«Έκανα προπόνηση με το... μηνιάτικο στο σορτσάκι!»

Τι λέγαμε πιο πάνω; Ωρα λοιπόν να το διαβάσετε κιόλας: «Αυτό που έχει μείνει έντονα στο μυαλό μου από τις μέρες που έζησα στην Ελλάδα ήταν τα... χρήματα! Δεν τα πήρα ποτέ στην ώρα τους! Τότε είπα στην ομάδα του ΠΑΟΚ ότι θα φύγω και ότι θα επιστρέψω στις ΗΠΑ. Η απάντησή τους; Να περιμένω προκειμένου να με πληρώσουν τοις μετρητοίς. Δεν ξέρω πως και γιατί, ούτε καν κατάλαβα, αλλά με πλήρωσαν τελικά με... γερμανικά μάρκα λίγες μέρες αργότερα! Και ομολογώ ότι ήταν μεγάλο το ποσό. Όμως ποιο το αστείο της όλης υπόθεσης; Μου τα έδωσαν πριν από την προπόνηση και δεν είχα που να τα βάλω. Εννοώ δεν υπήρχε κάποιο ασφαλές σημείο εκείνη την ώρα! Ετσι στρίμωξα όλα τα χαρτονομίσματα μέσα στο σορτσάκι και στο εσώρουχο μου!! Αποτέλεσμα; Να κάνω προπόνηση με το μηνιάτικο μέσα στο σορτσάκι μου! Πραγματικά θα μου μείνει αξέχαστο αυτό...»

«Όπου και αν πάω, όπου και αν σταθώ στην Αμερική, μιλάω με τα καλύτερα λόγια γι την Ελλάδα. Ακόμα και τα νεαρά παιδιά που θέλουν να κάνουν καριέρα, τους προτρέπω να πάνε εκεί! Ήταν μοναδική η εμπειρία που έζησα στη χώρα σας, τόσο εντός όσο και εκτός του αγωνιστικού χώρου. Έγινα καλύτερος παίκτης. Έμαθα πολλά. Και επιπλέον απέκτησα την εμπειρία να ζήσω στην άλλη άκρη του κόσμου, πολύ πιο μακριά από εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα...»

Αν και έχει καλές αναμνήσεις, ο κοινός παρανομαστής με τους περισσότερους που έχουν παίξει στην Ελλάδα είναι ένας: «Αυτό είναι κάτι που συζητάω αρκετά συχνά στις ΗΠΑ με παίκτες που έχουν περάσει από το ελληνικό πρωτάθλημα. Δυστυχώς σε όλους χρωστάνε χρήματα. Εγώ προσπάθησα να πάρω πίσω τα χρήματα που μου χρώσταγαν, αλλά δεν τα κατάφερα ποτέ. Απο ένα σημείο και μετά τα παράτησα και ουσιαστικά τα χάρισα. Είναι πολύ άσχημο για το ελληνικό μπάσκετ να έχει αυτήν την φήμη. Και το λέω αυτό επειδή το επίπεδο ήταν πολύ υψηλό. Τουλάχιστον την περίοδο που ήμουν εγώ στην Ελλάδα. Εκτός των άλλων θυμάμαι και τους Έλληνες συμπαίκτες μου να μην είχαν πληρωθεί για δύο χρόνια! Ήταν μια άσχημη οικονομική κατάσταση...»

«Για εκδίκηση έφυγα και... εγκατέλειψα το αυτοκίνητο!»

Και φυσικά η ιστορία με τα χρήματα δεν τελειώνει εδώ: «Όταν ολοκληρώθηκε η σεζόν ήρθαν οι συμπαίκτες μου και μου είπαν ότι δεν πρόκειται να πάρω ποτέ τα υπόλοιπα χρήματα που μου χρωστούσαν. Ε, έπρεπε κι εγώ να πάρω την εκδίκησή μου. Πήρα το αυτοκίνητο που μου είχαν δώσει και το πάρκαρα όσο πιο μακριά μπορούσα στο αεροδρόμιο. Για την ακρίβεια στο πίσω μέρος. Εκεί που δεν το έβλεπε κανείς! Και έφυγα για τις ΗΠΑ έχοντας μαζί μου τα κλειδιά (Γέλια). Μετά από δύο μήνες με πήρε τηλέφωνο ο Τζον Κόρφας ο οποίος είχε βρεθεί στις ΗΠΑ για να συναντήσει τους γονείς του. Και ξέρεις τι μου είπε; Ότι το αυτοκίνητο βρισκόταν ακόμα στο πάρκινγκ του αεροδρομίου με την ταμπέλα 'εγκατελειμένο'!»

«Δεν πρόκειται να πάρουμε άγνωστο παίκτη. Αν η αξία κάποιου είναι αμφίβολη θα του ζητήσουμε να δοκιμαστεί. Είναι προτιμότερο να μην πάρουμε δεύτερο ξενο, από το να πάρουμε κάποιον που δεν θα μας χρειαστεί επειδή μας τον πρότειναν, όπως ο Μπούλαρντ...» εξηγούσε ο Οικονομίδης. Δεν πέρασε καλά καλά μια εβδομάδα και στο αεροδρόμιο Μακεδονία εμφανίστηκε ένα ψιλόλιγνος Αμερικανός ξανθομάλλης με το... ονοματεπώνυμο, Ματ Μπούλαρντ κρατώντας στα χέρια δύο σκυλάκια...

Ευτυχώς, ο Μπούλαρντ είχε να μας πει και μια ιστορία που δεν είχε κάνει με τα χρήματα. Είχε να κάνει όμως με ένα άλλο ελληνικό φαινόμενο. Όπερ και σημαίνει τα... επεισόδια! «Θυμάμαι που είχαμε κερδίσαμε το κύπελλο. Αυτή ήταν μια όμορφη στιγμή της καριέρας μου. Όταν επιστρέφαμε με το πούλμαν στη Θεσσαλονίκη, κάποιοι οπαδοί της αντίπαλης ομάδς μας είχαν πετάξει δύο μεγάλες πέτρες με αποτέλεσμα να σπάσουν τα τζάμια του οχήματος. Ευτυχώς δεν είχε χτυπήσει κάποιος, αλλά έπρεπε να κάνουμε όλη τη διαδρομή με τα παράθυρα σπασμένα! Δεν μπορώ να περιγράψω τον αέρα που φύσαγε όλη την ώρα. Είχαμε κρυολογήσει! Όμως η κατάκτηση του κυπέλλου τα είχε επισκιάσει όλα αυτά επειδή γιορτάζαμε και διασκεδάζαμε μεταξύ μας. Είχε πλάκα. Και... surprise, surprise! Πήρα το μπόνους για αυτόν τον τίτλο (Γέλια)».

«Μετά από τέσσερα υπέροχα χρόνια στο Χιούστον, ήρθε ο ατζέντης μου και μου είπε ότι υπάρχει καλή πρόταση από την Ελλάδα. Δεν το σκέφτηκα και πολύ να σου πω την αλήθεια. Από τη μία ήθελα πολύ να δοκιμάσω το κάτι διαφορετικό και να αντιμετωπίσω μια διαφορετική πρόκληση στην καριέρα και από την άλλη το μηνιαίο συμβόλαιο που μου πρόσφερε ο ΠΑΟΚ ήταν πολύ καλύτερο από αυτό που μου έδιναν στο ΝΒΑ»

«Παίζαμε μονό με τον Στογιάκοβιτς μετά τις προπονήσεις...»

Σε γενικές γραμμές ο παλαίμαχος μπασκετμπολίστας δεν θυμάται και πολλά πράγματα από τη θητεία του στην Ελλάδα. Όχι τόσο καταστάσεις, όσο πρόσωπα: «Έχει τύχει να δω στην Αμερική τον Κόρφα. Έχουμε μιλήσει κάποιες φορές, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε κρατήσει επαφές. Ήμασταν πολύ καλοί φίλοι με τον Τζον και κάναμε αρκετή παρέα κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας μου στον ΠΑΟΚ. Όπως σου είπα και πριν πέρασα πολύ ωραία. Εκτός βέβαια αν εξαιρέσεις τα όσα συνέβησαν με τα χρήματα. Από εκεί και πέρα ήταν πολύ όμορφα στη Θεσσαλονίκη και χάρηκα πολύ τη παραμονή μου εκεί...»

Ήταν μόνο ο Κόρφας εκείνος που θυμάται; «Φυσικά δεν πρέπει να παραλείψω και τον Πέτζα. Τον θυμάμαι τότε στον ΠΑΟΚ μικρό παιδί. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι ύστερα από κάθε προπόνηση παίζαμε μονό μεταξύ μας. Κάναμε πλάκα ο ένας στον άλλον. Πρόκειται για έναν παίκτη ο οποίος έκανε φανταστική καριέρα στο ΝΒΑ. Μάλιστα έχει τύχει να μιλήσουμε πολλές φορές στο παρελθόν, ειδικά όταν ερχόταν να παίξει αντίπαλος στο Χιούστον. Είναι εξαιρετικός στα πάντα...»

«Θυμάμαι που είχαμε κερδίσαμε το κύπελλο. Αυτή ήταν μια όμορφη στιγμή της καριέρας μου. Όταν επιστρέφαμε με το πούλμαν στη Θεσσαλονίκη, κάποιοι οπαδοί της αντίπαλης ομάδς μας είχαν πετάξει δύο μεγάλες πέτρες με αποτέλεσμα να σπάσουν τα τζάμια του οχήματος. Ευτυχώς δεν είχε χτυπήσει κάποιος, αλλά έπρεπε να κάνουμε όλη τη διαδρομή με τα παράθυρα σπασμένα!»

«Ο ΠΑΟΚ μου πρόσφερε περισσότερα από το ΝΒΑ!»

Τι λείπει από την κουβέντα; Μα φυσικά τα χρήματα... «Μετά από τέσσερα υπέροχα χρόνια στο Χιούστον, ήρθε ο ατζέντης μου και μου είπε ότι υπάρχει καλή πρόταση από την Ελλάδα. Δεν το σκέφτηκα και πολύ να σου πω την αλήθεια. Από τη μία ήθελα πολύ να δοκιμάσω το κάτι διαφορετικό και να αντιμετωπίσω μια διαφορετική πρόκληση στην καριέρα και από την άλλη το μηνιαίο συμβόλαιο που μου πρόσφερε ο ΠΑΟΚ ήταν πολύ καλύτερο από αυτό που μου έδιναν στο ΝΒΑ. Οπότε γιατί να μην ερχόμουν; Άρπαξα την ευκαιρία και ήρθα. Άσχετα με το τι επακολούθησε, είμαι πολύ χαρούμενος γι' αυτήν την επιλογή...» και έφερε στο μυαλό του τους προπονητές που είχε στην Ελλάδα:

«Οι αναμνήσεις μου έχουν ξεθωριάσει από εκείνα τα χρόνια. Παρόλα αυτά θυμάμαι ότι είχαμε αλλάξει πολλούς προπονητές τότε. Τα λέω σωστά; Αν δεν κάνω λάθος πρέπει να ήταν τρεις εκείνοι που βρέθηκαν στην ομάδα την ίδια χρονιά. Βέβαια δεν με ενδιέφερε ποιος ήταν στον πάγκο. Το μόνο που με ένοιαζε ήταν το παιχνίδι και να είμαι συνεπής στις υποχρεώσεις μου. Ήθελα να κάνω πάντα το καλύτερο, ανεξάρτητα με το ποιος ήταν στον πάγκο εκείνη τη στιγμή...»

«Μου έχουν λείψει τα... πολύωρα δείπνα με τον Κόρφα»

Όπως είπε και προηγουμένως, οι αναμνήσεις του απο την Ελλάδα είναι καλές. Το πρόσημο είναι θετικό. Γι' αυτόν τον λόγο θέλει να επισκεφθεί ξανά την χώρα μας και όπως εξήγησε βρίσκεται ήδη στα πλάνα του: «Σίγουρα θα ήθελα να έρθω στην Ελλάδα ξανά. Η χώρα των διακοπών! (Γέλια). Είναι υπέροχα εκεί. Πραγματικά απόλαυσα κάθε στιγμή μου στην Ελλάδα και θα ήθελα πολύ να θυμηθώ ξανά την ελληνική κουλτούρα, το φαγητό και να περάσω καλά με την οικογένειά μου. Είναι κάτι που θέλω να κάνω» λέει χαρακτηριστικά και θυμάται τις καλές μέρες που έζησε τότε στη χώρα μας:

«Όταν δεν είχαμε προπόνηση ή παιχνίδια ή ταξίδια μου άρεσε να τρώω, να κοιμάμαι και σε γενικές γραμμές να ξεκουράζομαι. Μαζί με τη σύζυγό μου βγαίναμε συχνά με την οικογένειά του Κόρφα. Περνούσαμε καλά. Αυτό μπορώ να στο πω στα σίγουρα. Έχετε υπέροχα μέρη στην Ελλάδα. Μάλιστα ξεκινούσαμε το γεύμα και ξεχνούσαμε να το τελειώσουμε. Μέναμε και τέσσερις ώρες στο εστιατόριο... Μου έχουν λέιψει όλα αυτά».

«Οι φίλοι του ΝΒΑ να μάθουν από τους Έλληνες!»

Πριν κλείσουμε την κουβέντα μας δήλωσε «φανατικός υποστηρικτής των Χιούστον Ροκετς» ξεχώρισε ως καλύτερη στιγμή της καριέρας του (τι άλλο;) την «κατάκτηση του πρωταθλήματος στο ΝΒΑ το 1994. Ήταν το αποκορύφωμα της καριέρας μου», ενώ θέλει να σβήσει για πάντα από το μυαλό του «τις πέντε επεμβάσεις που έχω κάνει στα γόνατά μου. Ήταν ό,τι χειρότερο μου έχει τύχει στη ζωή και στην καριέρα μου» και θέλησε από μόνος του να στείλει ένα μήνυμα: «Πραγματικά λάτρεψα το πάθος που έχουν οι Έλληνες φίλαθλοι. Είναι κάτι που δεν περιγράφεται με τίποτα. Οι φίλοι του ΝΒΑ θα πρέπει να πάρουν ένα καλό μάθημα από τους Έλληνες και να μάθουν πώς πρέπει να υποστηρίζουν την ομάδα τους. Να κάνουν εντατικά μαθήματα!!»

Ο Ματ Μπούλαρντ στον ημιτελικό κυπέλλου 1995:

Ο Ματ Μπούλαρντ στον τελικό κυπέλλου 1995:

Ο Ματ Μπούλαρντ στο ΝΒΑ:

Διαβάστε ακόμη...