Ο Γιάνκο ψάχνει το λιμάνι του…

Από sdna.gr: Πέντε χρόνια, οκτώ ομάδες, πέντε χώρες και ο Σεϊντί Γιάνκο θέλει να συνεχίσει από εκεί που τον σταμάτησε ο κορωνοϊός. Να βρει – επιτέλους – το μέρος που θα μείνει για πάντα!
Πηγή: sdna.gr
Ο Γιάνκο ψάχνει το λιμάνι του…

Η σφραγίδα στον έλεγχο διαβατηρίων ακούγεται βαριά. Επαναλαμβανόμενη. Κάθε φορά οι ίδιες ερωτήσεις. Κάθε φορά το ίδιο βλέμμα. Κάθε φορά ο ίδιος αξιωματικός υπηρεσίας. Κάθε φορά ο ίδιος ταξιδιώτης. Αγγλία. Σκωτία. Γαλλία. Πορτογαλία. Αγγλία. Ελβετία. Είσαι από την Ελβετία; Είσαι από την Ιταλία; Είσαι από την Γκάμπια; Έχεις την προσωπικότητα του μπαμπά, ένας ήσυχος και χαλαρός Αφρικανός; Είσαι πιο μεσογειακός τύπος σαν την μαμά ή απλώς λατρεύεις το ιταλικό φαγητό; Είσαι Ελβετός από τα προάστια της Ζυρίχης, ψυχρός και αδιάφορος για τα τεκταινόμενα στον κόσμο, προστατευμένος στη φούσκα της απόλυτης ηρεμίας; Τι είσαι; Ποιος είσαι; Πού πας πάλι και τι γυρεύεις;

Ο ταξιδιώτης κοιτάζει τον αξιωματικό και συστήνεται. Σαϊντί Γιάνκο. Γυρίζει τον κόσμο από τα 16 του. Είναι ένας ποδοσφαιρικός νομάς, ο οποίος ψάχνει τη φωλιά του.

District 4. Zurich!

Θα τη βρεις, γεωγραφικά, στο κέντρο της πόλης. Κάποιοι ταξιδιωτικοί οδηγεί μπορεί να σου πουν να την αποφύγεις. Άλλοι θα σε κατευθύνουν απευθείας εκεί για έντονη νυχτερινή ζωή, για clubbing και μπαράκια. Η Langstrasse συγκέντρωνε κάποτε όλη την εγκληματικότητα της Ζυρίχης. Πορνεία, ναρκωτικά, συμμορίες, ληστείες. Σήμερα έχει μπαρ, εστιατόρια, indie κινηματογράφους, καλλιτεχνικά μαγαζάκια και δε θυμίζει σε τίποτα το λόγο που πήρε το όνομά της. Aussersihl, εκεί όπου κάποτε παρατούσαν τα νεκρά ζώα. Εκεί όπου μέχρι και σήμερα ζουν κατά κύριο λόγο οι μετανάστες. Εκεί, όπου ο Μπακαρί Γιάνκο βρήκε τη σύζυγό του και το μέρος, όπου το δικό του ταξίδι τελείωνε. Είχε φύγει από την Γκάμπια μικρός και εγκαταστάθηκε – μετά από πολλές χώρες – στην Ελβετία σε ηλικία 18 ετών.

Ο Σαϊντί ήταν ο πρώτος γιος. Γεννήθηκε το 1995. Ακολούθησε το 2002 ο Λένι, επίσης ποδοσφαιριστής. «Θα έλεγα ότι από όλες τις επιρροές που έχω, είμαι περισσότερο παιδί της Γκάμπιας. Χαλαρός, ήρεμος, σαν τον πατέρα μου», δηλώνει, αλλά όταν πρόκειται για φαγητό η ιταλική κουζίνα της μαμάς δεν είναι διαπραγματεύσιμη επιλογή. Μεγάλωσε απλά και φυσιολογικά, πήγαινε σχολείο, ήταν έξυπνος αλλά δεν είχε και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα γράμματα, έπαιζε μπάλα στο δρόμο, πήγε στις ακαδημίες της Ίντερ Ζυρίχης σε ηλικία εφτά ετών, σύντομα βρέθηκε στις ακαδημίες της Ζυρίχης και όταν ήταν 16 ετών, το dna τού χτύπησε την πόρτα.

Πνεύμα ανήσυχο, πνεύμα ταξιδιάρικο. Άρπαξε την ευκαιρία σου κι ας είναι και λάθος.

Outside district 4. Europe!

Η καριέρα του συνοψίζεται σε μερικές σύντομες προτάσεις. Το καλοκαίρι του 2018 πήρε μεταγραφή από τη Σεντ Ετιέν για την Πόρτο έναντι 2,2 εκατομμυρίων ευρώ. Πάτησε πρώτη φορά το χορτάρι του Ντραγκάο για επίσημο αγώνα στις 19 Σεπτεμβρίου του 2019. Σε ματς του Europa League. Ως αντίπαλος. Ως παίκτης της Young Boys. Άτυχος; Ανεπαρκής; Γυρολόγος; Θύμα περιστάσεων και κακών συγκυριών; Ή απλώς έκανε τη λάθος επιλογή και έριξε το τουβλάκι του ντόμινο που δεν έπρεπε, όταν ήταν 17 ετών. Ας γυρίσουμε, λοιπόν, στο 2013.

- Πώς και πήρες μεταγραφή για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ;

«Ήταν απίστευτο. Κερδίσαμε ένα τουρνουά στη Ζυρίχη. Η Μάντσεστερ με είδε και μια εβδομάδα αργότερα επικοινώνησαν με τον μάνατζερ μου για τη μεταγραφή».

- Ποια ήταν η αντίδρασή σου;

«Στην αρχή δεν το πίστεψα, νόμιζα ότι μου κάνει πλάκα. Χρειάστηκε να μου δείξει το γράμμα που έστειλε η Γιουνάιτεντ στη Ζυρίχη και τώρα ήμουν ευτυχισμένος».

Δεν ήταν όλοι ευτυχισμένοι με την προοπτική. Ο Μάρκο Μπέρνετ (ο οποίος σήμερα προφανώς και φέρει το όνομα «στερνή μου γνώση να είχε πρώτα») διαφωνεί. Τον προειδοποιεί. «Με μια τέτοια αλλαγή τόσο νωρίς, δεν μπορεί να υπάρξει σωστή εκπαιδευτική προπόνηση και σχέδιο καριέρας». Ουδείς τον ακούει. Η Ζυρίχη παίρνει τα σχεδόν 1,5 εκατομμύρια ευρώ και ο Σαϊντί φεύγει για το Μάντσεστερ, όπου τον περίμενε η νέα του, θετή οικογένεια.

Το πρόγραμμά του αυστηρό. Πηγαίνει προπόνηση κάθε πρωί, κάθεται μόνος του στο πίσω μέρος του πούλμαν, απαγορεύεται να φτάσει στο προπονητικό κέντρο φορώντας τζιν, σκουλαρίκια ή μαύρα παπούτσια. Τέτοιες ακρότητες ή οποιοδήποτε fashion statement είναι αποδεκτά μόνο από επαγγελματίες ποδοσφαιριστές που έχουν καταφέρει να κάνουν κάτι στην καριέρα τους. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ντέιβιντ Μόγιες έκανε την εισήγηση για τη μεταγραφή του, αλλά ο Λουίς Φαν Γκάαλ ήταν ο «αυστηρός δάσκαλος», όπως τον περιγράφει, που έπρεπε να τον νουθετήσει.

«Ήμουν 17 ετών. Δεν υπήρχε περίπτωση να το σκεφτώ δεύτερη φορά. Ένιωσα ότι πήρα τον δρόμο μου. Έρχομαι!», διηγείται μετά από χρόνια, όμως το μόνο ουσιαστικό που θα πάρει από το Μάντσεστερ είναι η σχέση ζωής με τη θετή του οικογένεια, τους γονείς και τα δίδυμα που του άνοιξαν το σπίτι τους. Ακολουθούν μια σειρά από δανεισμοί και μεταγραφές. Πάντα κάτι να συμβαίνει, πάντα κάτι να λείπει ή να χάνεται στην πορεία. Πρώτα η Μπόλτον, μετά η Σέλτικ, μετά η Μπάρνσλεϊ, μετά η Σεντ Ετιέν, μετά η Πόρτο. «Ήμουν ανυπόμονος, αυτό μπορώ να το πω με σιγουριά. Όπου κι αν ήμουν θεωρούσα ότι έπρεπε να παίζω, μερικές φορές είχα δίκιο, μερικές όχι. Όμως ήταν πάντα ξεκάθαρο ότι ήμουν αρκετά καλός».

Όχι για τον Σέρτζιο Κονσεϊσάο και το αποκορύφωμα της... παράνοιας στην καριέρα του Γιάνκο. Η Πόρτο! «Ακόμα δεν ξέρω γιατί με απέκτησαν. Νομίζω υπήρξε παρανόηση μεταξύ του προπονητή και του προέδρου, δεν ξέρω. Ήταν ξεκάθαρο ότι ο προπονητής δεν εκτιμούσε το παιχνίδι μου. Ουδέποτε μου έδειξε ασέβεια, ούτε ήταν αγενής, απλώς μετά από δυο-τρεις εβδομάδες προπονήσεων κατάλαβα ότι για εκείνον ήμουν αόρατος. Δε μου μιλούσε καν. Έμαθα ότι θα φύγω από τις εφημερίδες. Ένα φίλος μου, μου έδειξε το άρθρο ότι ο Κονσεϊσάο δε με θέλει. Δυστυχώς, δεν πήρα την ευκαιρία να δείξω την αξία μου».

Ένα «δυστυχώς» όλη του η καριέρα. Αποκτήθηκε στις 17 Ιουλίου, έφυγε – για τη Νότιγχαμ Φόρεστ – στις 31 Αυγούστου, ήταν επιλογή του Αϊτόρ Καράνκα, ο οποίος έφυγε από την αγγλική ομάδα τον Γενάρη και το καλοκαίρι του 2019 επέλεξε να επιστρέψει στην Ελβετία. Οι συμπατριώτες του άρχισαν πάλι να θυμούνται το όνομά του και την ιστορία του, κλήθηκε σε προεπιλογή της Εθνικής Γκάμπιας, έγινε βασικός, πήρε συμμετοχές και ένιωθε ότι ήρθε ο καιρός – σαν γιος του μπαμπά του – να εγκατασταθεί.

«Αρκετά υπήρξα νομάς. Μπορώ να δω τον εαυτό μου στη Βέρνη για πολύ καιρό», είπε...

Όταν ο άνθρωπος προγραμματίζει, ο Θεός και ο κορωνοϊός γελάνε.

Διαβάστε ακόμη...