Σβαμπ: «Τα λέμε ΠΑΟΚάρα, ήταν τιμή μου…»

Φεύγει από τη Θεσσαλονίκη με τα μάτια γεμάτα εικόνες. Λέει “εις το επανιδείν”, αφήνοντας πίσω του φίλους, στιγμές, όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Υποκλίνεται με σεβασμό στον Ιβάν Σαββίδη και στον Ραζβάν Λουτσέσκου, δύο ανθρώπους που σημάδεψαν το ταξίδι του. Και καθώς ανοίγει το τελευταίο κεφάλαιο, μοιράζεται ασπρόμαυρες ιστορίες που κράτησε βαθιά μέσα του. Στέφαν Σβαμπ, τι σου άφησε ο ΠΑΟΚ στην ψυχή;
Σβαμπ: «Τα λέμε ΠΑΟΚάρα, ήταν τιμή μου…»
Photo Credits: @PAOKFC twitter

Ο Αυστριακός χαφ άνοιξε το σπίτι του και βάζει τον επίλογο μίας πορείας που δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ! Χωρίς πολλά πολλά, φώτα, κάμερες, μικρόφωνο.

Στέφαν Σβαμπ, η αφήγηση...

«Από την Παρασκευή ήξερα ότι έρχεται το τέλος και προετοιμαστήκαμε να το ανακοινώσουμε τη Δευτέρα (16/6). Αυτή τη στιγμή μου είναι δύσκολο, υπάρχει και η αναστάτωση λόγω της μετακόμισης. Ταξιδεύοντας για την Ελλάδα και ξέροντας πως είναι η τελευταία φορά που έρχομαι εδώ ως ποδοσφαιριστής, ναι, είναι κάπως συγκινητικό. Και η γυναίκα μου ήταν λυπημένη στο αεροπλάνο, γιατί της αρέσει εδώ και στα παιδιά επίσης, το ένιωθαν σαν σπίτι τους. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Ήξερα ότι θα έρθει αυτή η μέρα, και τώρα ήρθε. Το μόνο που ξέρω είναι ότι θα συνεχίσω να παίζω, δεν ξέρω ακόμα πού ακριβώς, αλλά νομίζω ότι η απόφαση θα παρθεί σύντομα. Και ναι, τώρα στο μυαλό μου επικρατεί αναστάτωση. Αγάπησα το να παίζω στον ΠΑΟΚ, δεν μπορώ να πω τίποτα αρνητικό».

Όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν...

«Μερικές φορές στη ζωή το νιώθεις. Μπορώ να πω ότι το ένιωσα και από τον ΠΑΟΚ, ότι το φετινό καλοκαίρι ίσως να είναι το τέλος. Αλλά δεν μπορείς να είσαι σίγουρος μέχρι να έρθει πραγματικά η στιγμή. Γιατί, όπως όλοι ξέρουμε στο ποδόσφαιρο, όλα είναι πιθανά. Και επίσης, στην καριέρα μου φαίνεται ότι είμαι ένας παίκτης που του αρέσει η σταθερότητα. Έπαιξα πολλά χρόνια στις ίδιες ομάδες. Θα έλεγα ουσιαστικά σε τρεις επαγγελματικές ομάδες: 3.5 χρόνια στην Άντμιρα, μετά 6 στη Ραπίντ, και τώρα 5 χρόνια εδώ. Δεν είμαι τύπος που αλλάζει ομάδα κάθε χρόνο. Οπότε για μένα είναι ακόμα πιο δύσκολο να λέω αντίο σε μια ομάδα. Δεν είναι καθόλου εύκολο, γιατί αγαπώ να είμαι εδώ, να παίζω εδώ. Και όπως είπα, ένιωθα αυτό το συναίσθημα και από τις δύο πλευρές, περίπου από τον Μάρτιο - Απρίλιο, ότι αυτή ίσως να είναι η τελευταία σεζόν. Και για να είμαι ειλικρινής, όπως εξελίχθηκαν τα τελευταία παιχνίδια -ειδικά το τελευταίο στο πρωτάθλημα- κατάλαβα ότι είχε τελειώσει...

Μου είχαν ήδη πει από πέρυσι, αφού γίναμε πρωταθλητές, ότι στο μέλλον θέλουν να μου προσφέρουν κάτι σε διαφορετικό ρόλο εδώ. Και μπορώ να το φανταστώ αυτό κάποια μέρα. Αλλά τώρα, εντάξει, είμαι 34, σε λίγο 35. Αισθάνομαι το σώμα μου πολύ δυνατό, θέλω να συνεχίσω να παίζω. Και σε πέντε χρόνια, 241 παιχνίδια - νομίζω ότι τα στατιστικά μιλάνε από μόνα τους. Και αν για κάποιο λόγο δεν μπορώ να παίξω άλλο στον ΠΑΟΚ, το ταξίδι μου ως ποδοσφαιριστής θα συνεχιστεί αλλού... Γιατί εκτιμώ πραγματικά αυτή τη δουλειά, ξέρω ότι είναι η καλύτερη δουλειά στον κόσμο. Όλοι οι προπονητές μου, όλοι μου έλεγαν: “Παίξε όσο μπορείς, γιατί είναι το καλύτερο πράγμα που μπορείς να κάνεις στη ζωή σου.” Και όπως είπα, χωρίς τραυματισμούς, το διασκεδάζω, νιώθω σε φόρμα. Δεν βλέπω λόγο να αλλάξω ρόλο, από παίκτης σε... άνθρωπος γραφείου ή κάτι τέτοιο. Και νομίζω ότι αν είσαι αρκετά καλός σε αυτό που θα κάνεις, δεν έχει σημασία η ηλικία σου. Και παραμένω φιλόδοξος ως παίκτης. Μετά θέλω να ασχοληθώ και με την άδεια προπονητή, γιατί ήδη έχω κάνει πανεπιστημιακές σπουδές, μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων και στον αθλητισμό. Οπότε θέλω να είμαι ανοιχτός σε όλα μέσα στο ποδόσφαιρο — είτε για διοίκηση είτε για θέση προπονητή.

Αν έπρεπε να πω τι αγάπησα περισσότερο, ίσως θα έλεγα ότι η οικογένειά μου ένιωσε σαν στο σπίτι της από την πρώτη κιόλας μέρα — τους άρεσε πραγματικά πολύ εδώ — και εγώ ένιωσα πολύ καλά μέσα στο γήπεδο. Και το δεύτερο είναι η ζωή στην Θεσσαλονίκη. Νομίζω δεν υπάρχει ούτε ένας παίκτης που έπαιξε στον ΠΑΟΚ και να είπε ότι δεν είχε καλή ζωή ή κάτι τέτοιο. Όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή έχουν υψηλή ποιότητα ζωής. Αλλά αυτό είναι το δεύτερο κομμάτι, και φυσικά είναι όμορφο. Το σημαντικό όμως είναι το αγωνιστικό. Έπαιξα 241 παιχνίδια, οπότε ήταν ένα συνολικό win-win για εμένα και την οικογένειά μου. Και πιστεύω ότι μπορώ να μιλήσω και εκ μέρους του ΠΑΟΚ, ότι κι αυτοί είναι ευχαριστημένοι με μένα. Αλλιώς δεν θα έμενα εδώ πέντε χρόνια ως παίκτης. Ξέρουμε πολύ καλά πως αν κάποιος δεν αποδίδει, ίσως και σε έξι μήνες τελειώνει η συνεργασία — έχει συμβεί σε πολλούς παίκτες εδώ. Οπότε είμαι και περήφανος για τον εαυτό μου που έπαιξα πέντε χρόνια σε έναν μεγάλο σύλλογο».

Πρωταθλητής και Κυπελλούχος με τα χρώματα του ΠΑΟΚ

«Εσύ είσαι εδώ περισσότερα χρόνια από μένα, οπότε καταλαβαίνεις πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να κερδίζεις τρόπαια με τον ΠΑΟΚ. Υπάρχουν άλλες τρεις ομάδες από την Αθήνα που παλεύουν τρελά για τίτλους, οπότε δεν είναι κάθε χρόνο που παίρνεις τίτλους με τον ΠΑΟΚ. Τα τρόπαια θα μείνουν για πάντα. Και φυσικά και οι πανηγυρισμοί, η αγάπη που πήραμε — και εγώ προσωπικά — από τους φιλάθλους ήταν αξέχαστη.

Είμαι ευγνώμων για όλες αυτές τις αναμνήσεις. Από αγωνιστική σκοπιά, ένιωσα σημαντικός, γιατί έπαιξα πολλά λεπτά και σε καθοριστικά παιχνίδια — όπως ο τελικός Κυπέλλου και το ματς τίτλου με τον Άρη. Αυτά τα τρόπαια έχουν ιδιαίτερη αξία για μένα, γιατί δεν ήμουν απλώς μέλος της ομάδας, αλλά ενεργό κομμάτι της πορείας. Κάθε παίκτης το νιώθει πιο έντονα όταν έχει συμβάλει ουσιαστικά.

Και, φυσικά, με τον ΠΑΟΚ είναι πάντα πιο δύσκολο να φτάσεις στην κορυφή. Είναι ομάδα εκτός Αθηνών και αυτό έχει το βάρος του. Το δείχνει η ιστορία. Αυτοί οι τίτλοι με τον ΠΑΟΚ έχουν ξεχωριστή σημασία για μένα. Το Κύπελλο με τον Πάμπλο Γκαρσία, το πρωτάθλημα με τον Λουτσέσκου... Είμαι χαρούμενος που είμαι μέρος της ιστορίας — της σπουδαίας ιστορίας — του ΠΑΟΚ.

Η πρώτη χρονιά ήταν ονειρική, κατακτήσαμε το Κύπελλο, έπαιξα πολλά παιχνίδια. Και η δεύτερη πήγε καλά, και στην Ευρώπη. Αλλά η πιο δύσκολη στιγμή, προσωπικά, ήταν η τρίτη χρονιά. Αποκλειστήκαμε νωρίς από την Ευρώπη, οπότε δεν υπήρχαν πολλά παιχνίδια μέσα στην εβδομάδα, και στο πρωτάθλημα δεν τα πήγαμε καλά. Χάσαμε και τον τελικό Κυπέλλου στο φινάλε.

Δεν είχα μεγάλη συμμετοχή εκείνη τη σεζόν, σε σχέση με τις άλλες. Ήταν μια χρονιά-σταυροδρόμι για μένα, σκέφτηκα σοβαρά το ενδεχόμενο να αποχωρήσω μετά από τρία χρόνια. Τελικά, όμως, πήρα τη σωστή απόφαση, ανανέωσα και έμεινα. Και στη συνέχεια ήρθε το πρωτάθλημα.

Αν κοιτάξω πίσω, θα έλεγα πως τα πέντε αυτά χρόνια ήταν σχεδόν ιδανικά, με εξαίρεση την τρίτη χρονιά. Αλλά ακόμα κι αυτή με δίδαξε κάτι, ότι στα δύσκολα, αν μείνεις όρθιος και συνεχίσεις να παλεύεις, μπορείς να ανατρέψεις τα πάντα. Και αυτό κάναμε — εγώ και η ομάδα».

Hats off σε Σαββίδη και Λουτσέσκου

«Είμαι πραγματικά ευγνώμων στον κ.Σαββίδη γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να αναπτυχθώ. Μου έδωσε την ευκαιρία να έρθω στον ΠΑΟΚ, να γίνω μέρος ενός μεγάλου συλλόγου με ξεκάθαρο πλάνο, οργάνωση και φιλοδοξία. Μαζί με τον Όλαφ και τον Άμπελ Φερέιρα, με έφεραν σε μια ομάδα γεμάτη εμπειρία και προοπτική. Έπαιξα αμέσως, φτάσαμε κοντά στο Champions League και ένιωσα από την αρχή πως ανήκω εδώ.

Εκείνη η απόφαση να υπογράψω στον ΠΑΟΚ αποδείχθηκε καθοριστική, γιατί για πρώτη φορά στην καριέρα μου ένιωσα πως μπορώ να κατακτήσω τίτλους — κάτι που δεν κατάφερα στην Αυστρία. Και όταν είδα ότι ο πρόεδρος είναι πίσω από όλο αυτό με όλη του τη δύναμη, το πάθος και τη θέληση, ήμουν σίγουρος ότι μπορούμε να πετύχουμε κάτι. Και τελικά έγινε.

Επίσης, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να ανανεώσω το συμβόλαιό μου. Για όλη του την οικογένεια νιώθω και τρέφω μεγάλο σεβασμό. Ακόμα κι αν τώρα δέχονται κριτική, εγώ ξέρω ότι ο πρόεδρος δουλεύει σκληρά και θέλει πάντα το καλύτερο για τον ΠΑΟΚ. Όχι για τον ίδιο, αλλά για τον σύλλογο, για την πόλη και για να κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους. Το αποδεικνύει κάθε φορά με το πόσο βοηθάει τον κόσμο. Έχω να πω μόνο θετικά λόγια για εκείνον...

Από την άλλη, με τον Ράζβαν περάσαμε πολλά χρόνια μαζί. Είχαμε τα πάνω μας και τα κάτω μας, όπως συμβαίνει σε κάθε δυναμική προπονητή–παίκτη. Διαφωνήσαμε κάποιες φορές, αλλά πάντα βρίσκαμε κοινό έδαφος και δουλεύαμε για τον ίδιο στόχο. Αυτός ήταν και ο τρόπος που λειτουργούσαν οι ομάδες του.

Μαζί κατακτήσαμε το πρωτάθλημα — κάτι που μας ενώνει για πάντα. Είμαι ευγνώμων και σ’ εκείνον. Έμαθα μια εντελώς διαφορετική φιλοσοφία ποδοσφαίρου. Είναι εξαιρετικός τακτικά, μελετά τον αντίπαλο και την κάθε λεπτομέρεια με απίστευτη προσήλωση. Δεν το έχω ξαναδεί αυτό από άλλον προπονητή. Δουλεύει ουσιαστικά 24 ώρες την ημέρα, ξέρει κάθε λεπτομέρεια, αναλύει τα πάντα — τόσο για τη δική μας ομάδα όσο και για τον αντίπαλο. Είναι πολύ έξυπνος. Του έχετε δώσει ένα παρατσούκλι "The General". Όταν είδα ότι επέστρεψε στον ΠΑΟΚ, είπα "ας δούμε", αλλά μέσα σε έξι μέρες κατάλαβα ότι του ταιριάζει 100%».

Και εγένετο... Mr. Effective

«Νομίζω πως ένα από τα δυνατά μου στοιχεία ως μέσος είναι η ικανότητα να σκοράρω και να δημιουργώ. Το παρατσούκλι που πήρα οφείλεται σίγουρα και στα γκολ που πέτυχα — ανάμεσά τους και αρκετά πέναλτι. Δεν έχασα πολλά. Με ενοχλεί, όμως, όταν κάποιοι λένε ότι σκόραρα μόνο από την άσπρη βούλα. Δεν ισχύει. Τα πέναλτι ήταν λιγότερα από το 50% των γκολ μου.

Δεν ήταν μόνο τα πέναλτι. Το παρατσούκλι, πάντως, μου αρέσει. Αντανακλά τη φιλοσοφία μου. Όταν αναλαμβάνω μια ευθύνη μέσα στο γήπεδο, θέλω να την εκτελώ σωστά και με αποτελεσματικότητα».

Οι... πύρινες ομιλίες στα αποδυτήρια

«Με ρωτάνε για τις ομιλίες στα αποδυτήρια, αυτό είναι μέρος του χαρακτήρα ενός παίκτη. Δεν χρειάζεται όλοι οι παίκτες να είναι ίδιοι. Πρέπει να έχεις μερικούς ηγέτες. Όταν ήρθα το 2020, η ομάδα ήταν γεμάτη αρχηγούς – ο Ματος, ο Κρέσπο, ο Βαρέλα, ο Αντρέ... Ήταν εύκολο για μένα να βρω το ρόλο μου. Σιγά-σιγά όλοι έφυγαν, και μείναμε λίγοι παλιοί – εγώ, ο Αντρέ, ο Ίνγκασον… και έπρεπε να πάρουμε τη σκυτάλη. Ήμουν ήδη αρχηγός στη Ραπίντ Βιέννης. Κάποιοι γεννιούνται frontmen – και νομίζω είμαι ένας από αυτούς. Δεν ετοίμαζα τις ομιλίες μου – απλώς ξυπνούσα το πρωί, έβλεπα ένα άρθρο, ένα βίντεο με τους φιλάθλους, και μάζευα εικόνες. Μετά, έβγαιναν όλα από την καρδιά. Και το ωραίο ήταν ότι ενέπνεα την ομάδα. Χτίζαμε ενότητα. Δεν ήμουν μόνο εγώ – και άλλοι μιλούσαν. Και στο τέλος της περσινής χρονιάς, κάναμε κάτι σχεδόν αδύνατο – γίναμε πρωταθλητές, ενώ πριν λίγα ματς ήμασταν σχεδόν εκτός. Αυτό κάνει ένας αρχηγός. Αυτά τα πράγματα ή τα έχεις ή όχι. Δεν διδάσκονται».

Στέφαν Σβαμπ, πίσω από τα φώτα

Υπάρχουν πολλές ιστορίες που ο κόσμος δεν γνωρίζει — και μία από τις πιο ξεχωριστές είναι η σχέση μου με τον Μπράντον Τόμας. Τα τελευταία δύο-τρία χρόνια, μετά από κάθε εντός έδρας νίκη, είχαμε μια δική μας συνήθεια: πίτσα και μπύρα στο κέντρο της πόλης. Δεν είμαι ο «τυπικός» ποδοσφαιριστής. Με περίμενε φίλος μου έξω από την Τούμπα και πηγαίναμε κατευθείαν στο κέντρο. Ήταν το δικό μας μικρό «πάρτι» μετά από κάθε νίκη. Όταν χάναμε, φυσικά, δεν πηγαίναμε. Αλλά στις νίκες ήμασταν πάντα εκεί.

Με τον καιρό, προστέθηκαν και άλλοι παίκτες — ειδικά την περσινή σεζόν του τίτλου. Κάποιες φορές μαζευόμασταν έξι, εφτά, ακόμα και οχτώ άτομα. Αλλά ο «πυρήνας» ήμασταν εγώ, ο Μπράντον και φίλοι μας από την Ισπανία και την Αυστρία. Είναι κάτι που θα μου λείψει πολύ.

Με τον Κάρολ (σ.σ. Σφιντέρσκι) ήμασταν συγκάτοικοι όταν πρωτοήρθα και θυμάμαι να του λέω συχνά πως πρέπει να είναι πιο οργανωτικός. Μια μέρα μου είπε: «Με έκανες καλύτερο άνθρωπο, πιο οργανωμένο» (σ.σ. γελάει).

Είχα καλή σχέση και με τους νεότερους. Θυμάμαι τον Γιώργο, Κούτσια, τον Χρήστο Τζόλη... Στην προετοιμασία στο Πήλιο, λόγω COVID, μπήκα στο πούλμαν και βρήκα δίπλα μου ένα νεαρό, είχε baby face. Δεν μιλούσε στην αρχή, αλλά μου είπε ότι είχε ζήσει στη Φρανκφούρτη και καταλάβαινε λίγα γερμανικά. Από τότε χτίσαμε μια καλή σχέση με τον Χρήστο.

Και φυσικά, ο Κουλιεράκης. Θυμάμαι τις πρώτες του προπονήσεις, έμπαινε με ένταση, χωρίς φόβο, σαν να ήταν χρόνια στην ομάδα. Όλοι του έλεγαν να χαλαρώσει. Εγώ του είπα: «Μη σταματάς. Αν θέλεις καριέρα, συνέχισε έτσι». Και το έκανε. Έχει τη νοοτροπία του πολεμιστή. Αυτούς τους παίκτες θέλεις δίπλα σου! Που παίζουν για την ομάδα, που παλεύουν για τη νίκη».

«Μόνο ΠΑΟΚ»

«Αυτό είναι κάτι φυσιολογικό όταν έχεις ζήσει πέντε χρόνια σ’ αυτόν τον σύλλογο. Ο ΠΑΟΚ είναι πλέον κομμάτι της καρδιάς μου, 100%. Για μένα ο Δικέφαλος θα είναι πάντα το νούμερο ένα εδώ. Είναι το δεύτερο σπίτι μου. Έκανα φιλίες ζωής, νιώθω ευπρόσδεκτος να επιστρέψω και σίγουρα θα το κάνω. Θα έρθω με την οικογένειά μου για διακοπές, θέλω να δω τη Νέα Τούμπα, το νέο προπονητικό κέντρο, την πρόοδο του συλλόγου χρόνο με τον χρόνο. Θα παρακολουθώ τον ΠΑΟΚ μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής μου...».

 

Πηγή: sdna.gr

Διαβάστε ακόμη...