Το πότε θα σταματήσει ο Τάισον θα τ’ αποφασίσει μόνο το γήπεδο…
SHARE:
Το γήπεδο δεν μπορείς να το προβλέψεις. Βγαίνει. Και στο τέλος της ημέρας είναι το μόνο που μετράει. Είναι η μόνη αλήθεια…
Στις 13 Ιανουαρίου, ο Τάισον Φρέντα θα σβήσει 38 κεράκια στην τούρτα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να έχει κρεμάσει τα παπούτσια του. Άκουσε αμέτρητες φορές να τον αποκαλούν “γέρο”, “παππού”, “τελειωμένο”, η αντίδραση του, ο πανηγυρισμός με την εικονική μαγκούρα, δεν ήταν μία αυθόρμητη / ενστικτώδης αντίδραση, αλλά ένα ξέσπασμα όσων αφουγκράζεται και εισπράττει εδώ και καιρό. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο μάθημα προς όλους. Το αν θα παίξει, το πόσο θα παίξει, το αν και πότε θα σταματήσει, δεν θα την πάρει ούτε ο κόσμος, ούτε ο Λουτσέσκου, ούτε καν ο ίδιος ο Τάισον. Θα την πάρει το ίδιο το γήπεδο. Όταν δεν τον αντέχει άλλο, θα τον αποβάλλει μόνο του.
Ό,τι κι αν πεις, ό,τι κι αν πουλήσεις, αν δεν το υποστηρίξεις στο γήπεδο είναι κενό περιεχομένου.
Ο Γιώργος Γιακουμάκης έγινε δεκτός -στην καλύτερη- με ένα μούδιασμα από την κοινή γνώμη. Ορισμένοι μάλιστα μίλησαν για λευκή πετσέτα.
Δεν ήταν ΠΑΟΚ από μικρό παιδί. Ούτε έγινε κι ενδεχομένως να μην γίνει ποτέ. Το ελληνικό του παρελθόν ήταν γνωστό, ούτε το αποποιήθηκε, ούτε το αποποιείται.
Δεν πούλησε οπαδιλίκι και ούτε προσποιήθηκε στο γήπεδο κάτι που δεν είναι.
Ο Γιακουμάκης δεν είναι “γλυκός” στο μάτι, δεν είναι χαρισματικός τεχνικά, δεν είναι προικισμένος, αλλά είναι φορ. Έχει επιθετικότητα, ορμή, νεύρο σε κάθε του ενέργεια, είτε είναι μία random μπάλα στην μεσαία γραμμή είτε μία κλασική ευκαιρία εκτέλεσης στο ορθογώνιο κουτί.
Ο Κρητικός δεν είναι ο καλύτερος Έλληνας επιθετικός, αλλά εξελίσσεται στον καλύτερο επιθετικό που θα μπορούσε να πάρει εντέλει ο ΠΑΟΚ.
Σε αυτόν που προσαρμόστηκε άμεσα, που κατάλαβε γρήγορα το ποδόσφαιρο του Λουτσέσκου και τα χούγια των συμπαικτών του. Ακόμα και όταν δεν τα έβαζε, ο Γιακουμάκης κουβάλησε όλο το φθινόπωρο παίζοντας ουσιαστικά μόνος του την θέση. Τώρα που τα βάζει κιόλας είναι η δική του δικαίωση. Από το ποδόσφαιρο. Από το γήπεδο…