ΠΑΟΚ VS Ολυμπιακός: Η μεγαλύτερη παράδοση στο ελληνικό ποδόσφαιρο

Από sdna.gr: Η βεντέτα για τον Κούδα, η εξάρα στις Σέρρες με... Κοσκωτά και το θαύμα του Ολυμπιακού το Μάιο του 1992. Ο Zastro βουτάει στο χρόνο και παραδίδει μαθήματα ποδοσφαιρικής ιστορίας.
Πηγή: sdna.gr
ΠΑΟΚ VS Ολυμπιακός: Η μεγαλύτερη παράδοση στο ελληνικό ποδόσφαιρο

Ένα παιχνίδι γεμάτο ιστορία, ιδιαιτερότητες, παράδοση, ανέκδοτα, ένα σωρό περιστατικά να διηγηθεί κανείς και να μεταφέρει από γενιά σε γενιά. Ένα ματς που έχει γεννήσει λογής μύθους και πραγματικότητες, με ιστορίες που μεταφέρονται από πατέρα σε γιο. Η κρατούσα άποψη μέχρι σήμερα κάνουν λόγο για τη μεγάλη βεντέτα που άνοιξε τον Ιούλιο του 1966 με την «αρπαγή του Κούδα», μια υπόθεση που έληξε ο αείμνηστος Γιώργος Παντελάκης με την ατάκα του στον τότε ΓΓΑ της χούντας Κωνσταντίνο Ασλανίδη «Στείλε με στη Γυάρο, ο Κούδας όμως δεν θα παίξει ποτέ στον Ολυμπιακό».

Κανείς δεν μπορεί πραγματικά να είναι σίγουρος εάν η πολύκροτη υπόθεση του Κούδα αποτέλεσε το αίτιο ή την αφορμή για αυτήν τη σφοδρότατη αντιπαλότητα και την αναγωγή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα σε υπόθεση βορρά - νότου. Γεγονός πάντως είναι, ότι ο ΠΑΟΚ αυτήν την εκπληκτική παράδοση την έχτισε μετά την κάθοδο του «Μεγαλέξανδρου» στον Πειραιά και το απίστευτο σήριαλ της (μη) μεταγραφής του που τον κράτησε ουσιαστικά δυο χρόνια εκτός αγωνιστικών χώρων.

Ο Κούδας επέστρεψε το 1969 στον ΠΑΟΚ και έκτοτε ο Ολυμπιακός δεν κατάφερε να κερδίσει για 21 ολόκληρα χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Από το 1970 και μέχρι το «ιστορικό διπλό», το κοντέρ έγραψε 19 ήττες σε 20 παιχνίδια και μόνο μια ισοπαλία που πανηγυρίστηκε σαν νίκη την περίοδο 1982-83 που ο Ολυμπιακός (ξανα)πήρε το πρωτάθλημα.

Κι όμως το εμβληματικότερο παιχνίδι, δεν έγινε στην καυτή Τούμπα, δεν έγινε καν στη Θεσσαλονίκη. Η σεζόν είναι εκείνη του 1987/88, ο απερχόμενος πρωταθλητής Ολυμπιακός έχει ξεκινήσει πολύ άσχημα με τον Αλκέτα Παναγούλια στον πάγκο του και κάνει τη χειρότερη σεζόν της ιστορίας του. Σταύρος Νταϊφάς και Μιλτιάδης Μαρινάκης (ο πατέρας του Βαγγέλη Μαρινάκη) από το καλοκαίρι δείχνουν να συμφωνούν μόνο στην επιλογή του προπονητή.

Ο Μαρινάκης αποστασιοποιείται, ο Νταϊφάς πουλάει τον Αναστόπουλο στην Ιταλία, αφήνει ελεύθερο το Λεμονή σε ηλικία 27 χρόνων και επιλέγει δίδυμο ξένων τον Πολωνό τερματοφύλακα Γιάτσεκ Καζιμιέρσκι και τον Σουηδό φορ της ΑΕΚ, Χάκαν Σάντμπεργκ. Ο Ολυμπιακός κατακτάει το super cup κόντρα στον ΟΦΗ, αλλά στο πρωτάθλημα παραπαίει. Την 7η αγωνιστική διαλύεται με 1-4 από τον Παναθηναϊκό μετά από τραγική εμφάνιση του Καζιμιέρσκι και βυθίζεται στη ζώνη του υποβιβασμού.

Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τι πάει να συμβεί και εμφανίζεται ένα πρώην μέλος του Παναθηναϊκού και πρωτοεμφανιζόμενος τραπεζίτης, ο Γιώργος Κοσκωτάς στο προσκήνιο. Ο Κοσκωτάς υπόσχεται και κάνει απίθανα πράγματα ξοδεύοντας απίστευτα ποσά για την εποχή. Μόλις έχει μπει ο Δεκέμβρης, ο Ολυμπιακός είναι ακόμη στην ντροπιαστική προτελευταία θέση της βαθμολογίας με 5 βαθμούς (όλους από ισοπαλίες) και έχει μπροστά του την πολύ βαριά αποστολή του παιχνιδιού φωτιά με τον ΠΑΟΚ.

Ο Κοσκωτάς κάνει 19 μεταγραφές και λίγες ημέρες πριν το παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ, αγοράζει τον ίδιο τον προπονητή του, τον Ολλανδό Τάις Λίμπρεχτς. Η άνοδος στο βορρά είναι γεμάτη χαμόγελα αισιοδοξίας, το παιχνίδι δεν επρόκειτο να διεξαχθεί στην εχθρική Τούμπα αλλά στις πολύ πιο φιλόξενες Σέρρες λόγω τιμωρίας της έδρας του ΠΑΟΚ από επεισόδια των οπαδών του στη Λιβαδειά και συν τοις άλλοις, ο Ολυμπιακός έχει στον πάγκο τον άνθρωπο που ξέρει το δικέφαλο καλύτερα από τη νέα του ομάδα.

Ο ΠΑΟΚ δεν έχει προλάβει καν να αντικαταστήσει το Λίμπρεχτς στην τεχνική ηγεσία της ομάδας και στο ματς καλείται να εκτελέσει χρέη πρώτου προπονητή ο υπηρεσιακός Μιχάλης Μπέλλης, με βοηθό το Γιάννη Γούναρη, αμφότεροι παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές της ομάδας. Τα ρόστερ των δυο ομάδων απέχουν πολύ μεταξύ τους, ο ΠΑΟΚ είχε προσπαθήσει να κάνει ένα είδος ανανέωσης από την αρχή της σεζόν, πλάνο το οποίο πήγε περίπατο με την αποχώρηση-πώληση του Λίμπρεχτς.

Οι μεταγραφές του καλοκαιριού δεν ήταν καθόλου φανταχτερές και κανείς δεν στοιχημάτιζε υπέρ του δικεφάλου. Στην Τούμπα είχαν έρθει ο άγνωστος Ιρλανδός Πολ Μπάνον από τη Μπρέντα, ο Κώστας Λαγωνίδης από την Ξάνθη, ο Μιχάλης Λεοντιάδης από τον Πανδραμαϊκό και ο Νίκολα Νίκιτς από τον συμπολίτη Άρη.

Ολόκληρος ο οργανισμός είχε επηρεαστεί πολύ και προσπαθούσε να ανασυνταχθεί μετά το τραγικό συμβάν Μπλιώνα στη Λάρισα και στοχοποιείτο όπου κι αν αγωνιζόταν, με τους οπαδούς του ΠΑΟΚ να λογίζονται εγκληματίες. Η τότε διοίκηση Χάρη Σαββίδη τελούσε σε ευθεία κόντρα με τους οργανωμένους της Θ4 και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποκαταστήσει το όνομα του ΠΑΟΚ στη φίλαθλη Ελλάδα.

Το ματς έγινε την πρώτη Κυριακή του Δεκέμβρη, ένα βροχερό και μουντό απόγευμα στο Δημοτικό Στάδιο των Σερρών. Η αποστολή του Ολυμπιακού ξεκίνησε από την Αθήνα με αρχηγό τον αδελφό του ίδιου του Γιώργου Κοσκωτά, τον Σταύρο και είχε ναυλωθεί ειδικό τραίνο για να μεταφέρει τους οπαδούς δωρεάν στις Σέρρες.

Οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ από την άλλη, ξεκινούν από τα χαράματα για τις γειτονικές Σέρρες κι όταν φτάνουν στην πόλη, η αστυνομία τους υποδέχεται με τεράστια καχυποψία και δρακόντεια μέτρα ασφαλείας. Οι παοκτσήδες όμως ζουν στο δικό τους πλανήτη και δεν τους πτοεί τίποτα. Το Στάδιο γεμίζει πανό, η ατμόσφαιρα παρά το δύσκολο καιρό είναι θερμή και κυριαρχεί η πίστη ότι ο ΠΑΟΚ ακόμη και μακριά από την Τούμπα θα τα καταφέρει και θα διατηρήσει το παράσημό του με εναντίον του μεγάλου αντιπάλου.

Οι Μπέλλης-Γούναρης παρατάσσουν μια ομάδα γεμάτη εκπλήξεις: Τσιπλάκης, Λεοντιάδης, Σερέτης, άπαντες αμούστακα παιδιά που δεν είχαν ιδέα τι σήμαινε να ζεις από κοντά ένα τέτοιο παιχνίδι. Ο ΠΑΟΚ απέναντι στον πλούσιο και υπερφίαλο Ολυμπιακό παρατάσσει τους πολεμιστές του.

Η καταρρακτώδης βροχή δεν εμποδίζει το δικέφαλο να κάνει μια παράσταση εφάμιλλη εκείνων της Τούμπας. Η ομάδα μπαίνει στο χόρτο – ή σωστότερα στη λάσπη – με το μαχαίρι στα δόντια και τρώει σίδερα. Με τη συμπλήρωση του 5ου λεπτού, ένας επίσης άσχετος με την ιδιαιτερότητα αυτών των παιχνιδιών ο Πολ Μπανον, μετά από σέντρα του «Γερμανού» Πασχάλη Σερέτη, κάνει το 1-0 με μια χλιαρή κεφαλιά που αδυνατεί να αποκρούσει ο Πλίτσης.

Δεν περνούν ούτε δέκα λεπτά και ο Σωτήρης Μαυρομάτης με ένα ξερό σουτ από το ύψος της περιοχής κάνει το 2-0. Φάουλ ο Σερέτης, άστοχη έξοδος ο Πλίτσης και ο Θωμάς Σίγγας πριν συμπληρωθεί το 18ο λεπτό με το γόνατο θα γράψει το 3-0. Ο Ολυμπιακός είναι έρμαιο στις διαθέσεις του ΠΑΟΚ, είναι μια κατ' ευφημισμό ομάδα που σέρνει το σαρκίο της στο λασπωμένο τερέν των Σερρών και απλώς παρακολουθεί έναν εφιάλτη να εκτυλίσσεται.

Το γήπεδο και οι γύρω πολυκατοικίες που επίσης είναι κατάμεστες από κόσμο, χορεύει μέσα στη βροχή. Ο ΠΑΟΚ πραγματοποιεί μια από τις ιστορικότερες εμφανίσεις στην ιστορία του και οι τυχεροί που παρακολουθούν ζωντανά το παιχνίδι δεν πιστεύουν αυτό που ζουν. Πριν λήξει το ημίχρονο ο Χάρης Μπανιώτης (που μια εβδομάδα αργότερα επίσης μεταγράφεται στον Ολυμπιακό) με προβολή μετά το σουτ του Στέφανου Μπορμπόκη θα κάνει το 4-0. Πλέον η διαγραφόμενη νίκη του ΠΑΟΚ αρχίζει και αποκτά μυθικές διαστάσεις.

Στο γήπεδο στήνεται μια απίστευτη γιορτή με ρετσίνες και τσίπουρα που ζεσταίνουν περισσότερο τους ήδη αφηνιασμένους παοκτσήδες. Ο Λίμπρεχτς περίλυπος και πολύ εκνευρισμένος προσπαθεί να συνεφέρει τους ποδοσφαιριστές του, οι φωνές στα αποδυτήρια στο ημίχρονο φθάνουν μέχρι τις θέσεις των επισήμων όπου ο Σταύρος Κοσκωτάς είναι σκασμένος. Ο Ολυμπιακός δείχνει ψήγματα αντίδρασης με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου, μειώνει με το Γιώτη Τσαλουχίδη, χάνει κάποιες ακόμη ευκαιρίες αλλά δεν κατορθώνει να μειώσει περισσότερο.

Το γήπεδο έχει γίνει πολύ βαρύ, οι φανέλες των παικτών γεμάτες λάσπη, το φως λιγοστό από τα πυκνά σύννεφα στο σερραϊκό ουρανό και οι παοκτσήδες ολοκληρώνουν το τελετουργικό: ανάβουν κεριά και τσακμάκια στην εξέδρα, τραγουδούν το πολύ δημοφιλές «έλεος-έλεος» εκείνης της εποχής. Όταν έρχεται το 5-1 του Στέφανου Μπορμπόκη στο 75ο λεπτό εξαντλούν την ευρηματικότητά τους: «εκατό εκατό κατοστάρα εκατό, κατοστάρα εκατό». Ατέλειωτη γιορτή.

Θαρρείς και τους το χρωστά η μοίρα, έρχεται και το κερασάκι στην τούρτα ένα λεπτό πριν την συμπλήρωση των ενενήντα: 6-1 και πάλι από το Στέφανο Μπορμπόκη. Δεν έχει τόση σημασία πως, δεν έχει σημασία ποιος, έχει σημασία ότι με το έκτο γκολ ο Ολυμπιακός υπέστη την πιο βαρειά ήττα στην ιστορία του επαγγελματικού πρωταθλήματος, ρεκόρ που κρατάει μέχρι σήμερα και μάλλον δεν θα σπάσει ποτέ.

Η λήξη του αγώνα στο βουκολικό τοπίο του γηπέδου των Σερρών μοιάζει με λύτρωση για τον Ολυμπιακό και σταθμό στην ιστορία για τον ΠΑΟΚ. Εκείνο το 6-1 θα μεγαλώσει γενιές παοκτσήδων, θα ισχυροποιήσει τον ασπρόμαυρο μύθο στη Μακεδονία, θα γεννήσει νέους οπαδούς. Ο «φτωχός» ΠΑΟΚ του Χάρη Σαββίδη, με τον υπηρεσιακό Μιχάλη Μπέλλη στην άκρη του πάγκου και με διάττοντες αστέρες όπως ο ομογενής Πασχάλης Σερέτης, διέλυσε το ζάμπλουτο Ολυμπιακό του Κοσκωτά, που του «αγόρασε» τον προπονητή.

Ιστορικές οι στιγμές, η μεγαλύτερη από «τις 19 στις 20» νίκες έγινε εκείνο το βροχερό απόγευμα στις Σέρρες και στοίχειωνε τον Ολυμπιακό μέχρι μια άλλη βροχερή ημέρα, λίγα χρόνια αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Ήταν το απόγευμα που έδωσε τέλος στην ισχυρότερη παράδοση στην ιστορία των ελληνικών ντέρμπι, το απόγευμα που ο Ολυμπιακός ξόρκισε το κακό και με μια καθηλωτική εμφάνιση κέρδισε τον ΠΑΟΚ μέσα στην Τούμπα, αποδίδοντας κατά διαστήματα πολύ όμορφο ποδόσφαιρο.

Εάν το 6-1 των Σερρών ήταν μια απάντηση ψυχής, το 1-2 το Μάιο του 1992 στην Τούμπα, ήταν η επιβράβευση της ανωτερότητας. Ήταν το απόγευμα που ο Ολυμπιακός μετά από 23 χρόνια, επανέλαβε το «θαύμα» της 21 Σεπτεμβρίου του 1969 όταν είχε ξαναφύγει νικητής με το ίδιο σκορ από το γήπεδο της Τούμπας.

Να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Αμφότερες οι ομάδες για διαφορετικούς λόγους δεν βρίσκονταν στο καλύτερο σημείο της ιστορίας τους. Ο ΠΑΟΚ ταλανίζεται από τη βαρύτατη σύγκρουση των οργανωμένων οπαδών του με τη διοίκηση του Θωμά Βουλινού, ο κόσμος κάνει αποχή από την Τούμπα, η ομάδα νοσεί.

Η σεζόν είχε ξεκινήσει μεν αισιόδοξα με κάποιες ελπιδοφόρες μεταγραφές, τον Μίροσλαβ «Τσίρο» Μπλάζεβιτς στον πάγκο και τον αντρίκειο αποκλεισμό της Μαλίν, αλλά στο Πρωτάθλημα ο δικέφαλος παρέπαιε. Μόλις 38 βαθμοί σε 32 αγώνες, ένας ΠΑΟΚ δυσκοίλιος στο γκολ, κάκιστος στην άμυνα και με 100% αποτυχία στα «βαριά χαρτιά» του καλοκαιριού.

Ο Κροάτης τερματοφύλακας Τόντσι Γκάμπριτς πολύ κατώτερος του αναμενομένου και με πολλούς ψίθυρους εκείνον τον καιρό στην Τούμπα για «μειωμένη απόδοση» σε συγκεκριμένα ματς και ο έτερος κράχτης Μίλαν Τζούρτζεβιτς, τραυματίας και με περίεργες έως τρομακτικές ιστορίες να ακολουθούν τη φήμη του. Ο μύθος λέει, ότι ο Σέρβος φορ κατέφθασε στη Θεσσαλονίκη από την Παρτιζάν, ξημερώματα Ιουλίου μέσα σε μια Μερσεντές που έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, με αιτία τις «διενέξεις» του «Ζούκα» με εκλεκτά μέλη της σέρβικης μαφίας.

Στη Θεσσαλονίκη μάλιστα κυκλοφορούσε ότι για να τον «συμμορφώσουν» του είχαν φυτέψει και δύο σφαίρες στα πόδια για να καταστραφεί η καριέρα του. Πριν το «ατύχημα» ο Σέρβος φορ φιγουράριζε στις μεγαλύτερες ελπίδες του γιουγκοσλαβικού ποδοσφαίρου, κάτι που στον ΠΑΟΚ δεν κατόρθωσε να αποδείξει ποτέ.

Απέναντι σε αυτόν τον προβληματικό ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός του Αργύρη Σαλιαρέλη. Ότι και να πει κανείς για την περίοδο διοίκησης του Σαλιαρέλη στον Ολυμπιακό είναι λίγο. Η ομάδα πετούσε, ο Αργύρης τη γυρνούσε 3 χρόνια πίσω. Η ομάδα απέδιδε, ο Αργύρης έδινε νέο ρεσιτάλ και οι τιμωρίες έπεφταν βροχή. Είναι οι εποχές που ξεπήδησαν οι «επιστήμονες», τα σκληρά «πέτρινα χρόνια» του Ολυμπιακού και το τούνελ από το οποίο έκανε να βγει μέχρι να τον αναλάβει η διοικούσα επιτροπή που τον παρέδωσε στο Σωκράτη Κόκκαλη.

Παρά την κωμική διοίκηση, ο Ολυμπιακός εκείνης της περιόδου ήταν μια ομάδα που απέδιδε καλό και επιθετικό ποδόσφαιρο. Ο κόσμος του χαιρόταν να βλέπει τα «Μινγκ» στο χορτάρι, αγαπούσε τον προπονητή της ομάδας Όλεγκ Μπλαχίν για την επιθετική του φιλοσοφία και χόρταινε μπάλα. Το καλοκαίρι είχε προστεθεί στο ρόστερ κι ένας ακόμη αρτίστας της μπάλας, ο Βασίλης Καραπιάλης και ο Ολυμπιακός ήταν γεμάτος ταλέντο, τέχνη και απέδιδε ένα ποδόσφαιρο που λάτρευε ο κόσμος του.

Όταν μάλιστα αποχώρησε από το προσκήνιο εν μέσω της σεζόν και ο Σαλιαρέλης, η εταιρία φαινόταν ότι θα μπορούσε να μπει σε μια τάξη εντασσόμενη σε κάποια ρύθμιση. Ο Ολυμπιακός του Πρωτοδικείου, Μάιο μήνα ήταν μέσα σε όλους τους στόχους του. Δύο βαθμούς πίσω από την πρωτοπόρο ΑΕΚ στο πρωτάθλημα και με τεράστιο προβάδισμα στο διπλό τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, πάλι απέναντι στον ΠΑΟΚ.

Συμπτωματικά, το παιχνίδι της 32ης αγωνιστικής του 1992, συμπίπτει με τη διπλή μάχη για την κατάκτηση του κυπέλλου εκείνης της σεζόν. Ο Ολυμπιακός ήδη από τον πρώτο τελικό της Τούμπας είχε δείξει ότι είναι πολύ καλύτερος παρά το τελικό 1-1 της Τούμπας. Η ισοπαλία είχε πανηγυριστεί σαν νίκη, οι ποδοσφαιριστές αφουγκραζόμενοι το τεταμένο κλίμα της Τούμπας αποθεώνουν και αποθεώνονται από τους εκδρομείς οπαδούς του Ολυμπιακού, ενώ στην αντιπέρα όχθη οι αντιδράσεις ήταν επεισόδια, ξύλο με την αστυνομία, συλλήψεις, προσαγωγές και κόντρα με το Βουλινό στα κόκκινα.

Τρεις ημέρες μετά τη διεξαγωγή εκείνου του τελικού, ο Μπλαχίν βάζει τις φωνές στους παίκτες που πανηγύρισαν δεόντως την ισοπαλία στην Τούμπα και εξηγεί ότι ο Ολυμπιακός είναι απείρως ποιοτικότερος του ΠΑΟΚ και οφείλει να κερδίσει, τουλάχιστον στον αγώνα πρωταθλήματος. Για να ενισχύσει τα λεγόμενα και το σκεπτικό του, κάνει πολλές αλλαγές στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού και στέλνει το μήνυμα.

Σε ένα πρωτοφανές για την εποχή rotation, αφήνει Προτάσοφ και Λιτόφτσενκο στον πάγκο και αλλάζει και την τακτική προσέγγιση του αγώνα. Ο Ολυμπιακός γνωρίζει πλέον ότι ο ΠΑΟΚ θα πιέσει πολύ στην αρχή του ματς για να εκμεταλλευτεί τη δύναμη της έδρας του, πλην όμως δεν διαθέτει ούτε τη φυσική κατάσταση ούτε την ποιότητα για να υποστηρίξει έναν τέτοιο ρυθμό σε όλη τη διάρκεια του ματς.

Το παιχνίδι ξεκινά και βαδίζει ακριβώς στα μονοπάτια που σχεδίασε ο Μπλαχίν: ο ΠΑΟΚ πιέζει αλλά ανορθόδοξα και άναρχα, ο Ολυμπιακός έχει δώσει μέτρα και με το τρικ του Καραπιάλη πολύ κοντά στον αμυντικό χαφ έχει την απόλυτη ευχέρεια να κυκλοφορεί τη μπάλα χαμηλά και σε αργό τέμπο.

Για δεύτερο συνεχόμενο παιχνίδι, δεν υπάρχει ΠΑΟΚ στην Τούμπα, το παιχνίδι το ελέγχει πλήρως ο Ολυμπιακός σε βαθμό να αναρωτιέται και ο ίδιος ο Μπλαχίν εάν πρέπει να δώσει νωρίτερα την εντολή να ανέβει κάποια μέτρα ψηλότερα η ομάδα. Όταν δε, στο 42ο λεπτό το μάλλον χλιαρό σουτ-φαουλ του Ηλία Σαββίδη καταλήγει στα δίχτυα του Γκάμπριτς, ο Μπλαχίν αποφασίζει ότι θα παίξει απελευθερωμένα επίθεση.

Ο Ολυμπιακός συνεχίζει και στο δεύτερο ημίχρονο να κυριαρχεί, οι λιγοστοί εκδρομείς σε σχέση με τον τελικό Κυπέλλου στο πέταλο της Τούμπας, ζουν το όνειρό τους όταν στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου γίνονται μάρτυρες ενός από τα ιστορικότερα γκολ στην ιστορία του Ολυμπιακού: ο Βασίλης Καραπιάλης χορεύει από δεξιά τον πρώην συμπαίκτη του στη Λάρισα Γιώργο Μητσιμπόνα, με αλλεπάλληλες προσποιήσεις μπαίνει στη μεγάλη περιοχή και την κατάλληλη στιγμή κάνει την παράλληλη σέντρα. Εκεί θα έλθει ο Γιώργος Βαΐτσης που με τακουνάκι θα γράψει το 0-2.

Το γκολ πανηγυρίζεται έξαλλα, ο Ολυμπιακός σπάει την παράδοση ξεδιπλώνοντας τις αρετές και το ταλέντο του στο χορτάρι, στο πιο εχθρικό για εκείνον γήπεδο στη χώρα. Το γκολ είναι το επιστέγασμα μιας εξαιρετικής προσπάθειας που ελάχιστοι αντιλήφθηκαν στο γήπεδο και προήλθε με σχέδιο. Βασίστηκε στο ταλέντο ποδοσφαιριστών που φορούσαν τα ερυθρόλευκα, πάνω απ' όλα όμως στην προσέγγιση του ματς από τον Μπλαχίν, τον άνθρωπο που πιστώνεται την «άλωση» της Τούμπας την 24η Μαΐου του 1992.

Ο Ολυμπιακός μετά από περιπλάνηση 23 ετών δείχνει να ξορκίζει το κακό. Ο ΠΑΟΚ βγάζει εγωισμό με κάποιους παίκτες που γνώριζαν το μέγεθος εκείνης της – αδιάφορης βαθμολογικά - ήττας, αλλά δεν αποφεύγει την καταστροφή. Διότι ως καταστροφή αντιμετωπίστηκε το τελικό 1-2 (μείωσε ο Κώστας Λαγωνίδης στο 76ο λεπτό) και η λήξη της μακροχρόνιας παράδοσης εκείνο το απόγευμα.

Η κατήφεια και η απογοήτευση ήταν τόσο μεγάλη τις τάξεις του ΠΑΟΚ, που άργησε πάρα πολύ να συνέλθει. Παραδόθηκε αμαχητί και στη ρεβάνς του τελικού κυπέλλου στο Καραϊσκάκη, όπου ο Ολυμπιακός τον (ξανα)κέρδισε με 2-0 με σβηστές μηχανές. Το ντέρμπι στη Τούμπα από εκείνον το Μάιο του 1992 και μετά δεν ήταν ποτέ ξανά το ίδιο για πολύ κόσμο. Ο μύθος λέει ότι ο Μάκης «ο μανάβης» μετά από εκείνη την «προδοσία» όπως την αναφέρει, δεν ξαναείδε ποτέ τον ΠΑΟΚ από την εξέδρα στην Τούμπα.

Ακολούθησαν ουκ ολίγα ντέρμπι άξια αναφοράς, ακόμα περισσότερα γεμάτα επεισόδια, αλλόκοτες διαιτητικές αποφάσεις, ευτράπελα και ιπτάμενα ελικόπτερα, σε κανένα όμως δεν υπήρχε το διακύβευμα της υπεράσπισης της μεγαλύτερης παράδοσης στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Διαβάστε ακόμη...