Τα καλύτερα “ψώνια” του Γενάρη

Από forza: Διαφορά με το καλημέρα.
Πηγή: forza
Τα καλύτερα “ψώνια” του Γενάρη

Στη χειμερινή μεταγραφική περίοδο το βασικό ζητούμενο για μια ομάδα είναι οι νεοαποκτηθέντες παίκτες να μπαίνουν άμεσα στη μάχη, να προσφέρουν υπηρεσίες και -ιδανικά- να κάνουν και τη διαφορά. Πότε βρήκε αυτό εφαρμογή και, μάλιστα, απόλυτη, στον ΠΑΟΚ; Πάνε 20 (και πλέον) χρόνια από τον Ιανουάριο του 1997, όταν οι Κώστας Φρατζέσκος και Σπύρος Μαραγκός έφθασαν την πρώτη Παρασκευή της νέας χρονιάς (3 Ιανουαρίου 1997) στη Θεσσαλονίκη και δύο ημέρες αργότερα ήταν στην αρχική ενδεκάδα του εντός έδρας ντέρμπι με την ΑΕΚ.

Ο Φρατζέσκος, εκείνη την εποχή, είχε βρει το λιμάνι του στον ΟΦΗ. Κάτοικος Ηρακλείου από το καλοκαίρι του 1994, είχε εξελιχτεί σε ηγέτη της κρητικής ομάδας. Το καλοκαίρι του 1996 η ΑΕΚ χτύπησε την πόρτα του ΟΦΗ, ζητώντας τον Φρατζέσκο, αλλά αυτή δεν άνοιξε ποτέ. Στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος της σεζόν 1996-97, ο ΠΑΟΚ κατέβηκε με φιλοδοξίες (αλλά χωρίς... ιματισμό, που είχε ξεχαστεί στη Θεσσαλονίκη) στο «Γεντί Κουλέ», γνωρίζοντας την ήττα με 3-1. Και ένα από τα γκολ των γηπεδούχων είχε σημειωθεί από τον Φρατζέσκο. Μέχρι να αποχωριστεί τον ΟΦΗ, πρόλαβε να παίξει μέχρι τέλη Δεκεμβρίου σε άλλα δεκαέξι ματς, πετυχαίνοντας επιπλέον έξι γκολ.

ΤΑ ΕΔΩΣΕ ΟΛΑ Ο ΜΠΑΤΑΤΟΥΔΗΣ

Στα μέσα Δεκεμβρίου του 1996 «έσκασε» η είδηση του έντονου ενδιαφέροντος του ΠΑΟΚ για τον διεθνή μεσοεπιθετικό. Ο Γιώργος Μπατατούδης έβλεπε ότι η ομάδα του δεν «τραβούσε» (μετά τη συντριβή με 5-0 από τον Παναθηναϊκό άλλαξε τον Γκίντερ Μπένγκτσον με τον Χρήστο Αρχοντίδη) και έψαχνε την αναγέννηση της μέσω της γενναίας μεταγραφικής ενίσχυσης του ρόστερ. Ο Φρατζέσκος αποτέλεσε εξ αρχής τον μεγάλο του στόχο και, τελικά, πέτυχε να ολοκληρώσει τη σπουδαία μεταγραφή. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, το συνολικό της κόστος ανήλθε στα 250 εκ. δραχμές. Απ' αυτά, τα 100 εκ. δρχ. μπήκαν στα ταμεία του ΟΦΗ και τα υπόλοιπα 150 εκ. δρχ. αντιστοιχούσαν στη συνολική αποζημίωση του ποδοσφαιριστή, που είχε υπογράψει συμβόλαιο τριετούς διάρκειας. Ο Φρατζέσκος είχε κάνει επαφή και με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη, συζητώντας το ενδεχόμενο επιστροφής του στον Παναθηναϊκό. Όμως η οικονομική πρόταση του ΠΑΟΚ ήταν πολύ καλύτερη. Η τελική συμφωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων πλευρών επικυρώθηκε στην Αθήνα την Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 1997. Και το απόγευμα της επόμενης ημέρας ο Φρατζέσκος έφθανε στη Θεσσαλονίκη, όπου οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ του επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή. «Δεν μου έχει ξανασυμβεί κάτι ανάλογο στο παρελθόν» ήταν η πρώτη αντίδραση του ποδοσφαιριστή, που πνίγονταν στις αγκαλιές των ΠΑΟΚτσήδων. Και συμπλήρωνε: «Ηταν συγκινητική η προσπάθεια των ανθρώπων του ΠΑΟΚ να με φέρουν στην ομάδα. Να κάνετε λίγη υπομονή για να δείτε τον ...πραγματικό Φρατζέσκο στα γήπεδα...». Στον ΟΦΗ φορούσε τη φανέλα με το νούμερο 10, αλλά στον ΠΑΟΚ επέλεξε το 8. «Ο ΠΑΟΚ ήταν μια καινούργια σελίδα για μένα και ήθελα να παρουσιαστώ σαν άλλος άνθρωπος» είχε δηλώσει.

ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΚΑΙ Η ...ΙΩΣΗ

Εκείνες τις ημέρες ταλαιπωρούνταν από ίωση και υψηλό πυρετό, όμως χρόνος για χάσιμο δεν υπήρχε. Την Κυριακή 5 Ιανουαρίου 1997 ο ΠΑΟΚ είχε μεγάλο παιχνίδι στην Τούμπα, υποδεχόμενος την ΑΕΚ. Και η πρώτη κίνηση του Φρατζέσκου αμέσως μετά την άφιξη του στη Θεσσαλονίκη ήταν να μεταβεί σε ξενοδοχείο του Πανοράματος για να συναντηθεί με τον Χρήστο Αρχοντίδη. «Είναι ακριβώς ο παίκτης που μας έλειπε» είχε δηλώσει ο προπονητής του ΠΑΟΚ, που δεν είχε κανένα ενδοιασμό να τον χρησιμοποιήσει στην αρχική ενδεκάδα του ντέρμπι με την ΑΕΚ (έληξε ισόπαλο χωρίς σκορ). Μια μέρα πριν, ο Φρατζέσκος είχε γιορτάσει τα 28α γενέθλια του. Και μέχρι το τέλος εκείνης της περιόδου έκανε, σχεδόν σε κάθε παιχνίδι, πράγματα και θάματα, με τελικό απολογισμό δεκαέξι γκολ (τα περισσότερα με εκτελέσεις φάουλ) σε 20 συμμετοχές. Παρέμεινε στον ΠΑΟΚ μέχρι το καλοκαίρι του 2000 (δεν συγκράτησε τα δάκρυα του στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου) , οπότε και μεταπήδησε στην Καλαμάτα. Και στην πρεμιέρα της σεζόν 2000-01 υποδέχτηκε τον Δικέφαλο ως αντίπαλος (0-0).

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΜΑΡΑΓΚΟΥ

Ξανάνιωσε στην Τούμπα Με λίγη ώρα διαφορά από τον Φρατζέσκο, έφθανε στη Θεσσαλονίκη, για λογαριασμό του ΠΑΟΚ, ένας πρώην συμπαίκτης του στον Παναθηναϊκό, ο Σπύρος Μαραγκός. Ο κύκλος του στον Παναθηναϊκό, μετά από διαδρομή επτά χρόνων, είχε ολοκληρωθεί κι ο διεθνής κεντρικός μέσος αναζητούσε τον επόμενο σταθμό στην καριέρα του, έχοντας εξασφαλίσει νωρίτερα και τη συναίνεση του Γιώργου Βαρδινογιάννη, τότε μεγαλομετόχου της «πράσινης» ΠΑΕ. Μάλιστα, όπως φημολογούνταν εκείνες τις ημέρες, πριν καταλήξει σε συμφωνία με τον Δικέφαλο (υπέγραψε συμβόλαιο διάρκειας δύο χρόνων αντί 80 εκ. δρχ.), είχε κάνει συζητήσεις και με την πλευρά του Άρη. Όπως συνέβη και με τον Φρατζέσκο, έτσι κι ο Μαραγκός έπεσε κατευθείαν στη μάχη. Έκανε μια προπόνηση με τους νέους του συμπαίκτες και έπαιξε βασικός στο παιχνίδι με την ΑΕΚ. Η ενσωμάτωση στην ομάδα δύο εγνωσμένης αξίας παικτών, όπως ήταν ο Φρατζέσκος κι ο Μαραγκός, ήταν ένας επαρκής λόγος για να γεμίσει η Τούμπα στο παιχνίδι με την Ένωση (διατέθηκαν 24.056 εισιτήρια). Η εμπειρία και, φυσικά, οι μεγάλες ικανότητες του Μαραγκού τον βοήθησαν να ανταποκριθεί άμεσα στα νέα του καθήκοντα. Και μέχρι το τέλος της σεζόν κατέγραψε 20 συμμετοχές στο ενεργητικό του, πετυχαίνοντας και πέντε γκολ. Αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ λίγο μετά την έναρξη της σεζόν 2000-2001.

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι οι Σπύρος Μαραγκός και Κώστας Φρατζέσκος άλλαξαν άρδην την- προβληματική μέχρι τότε -εικόνα του ΠΑΟΚ, δίνοντας του πολύ μεγάλη ώθηση από την πρώτη στιγμή της παρουσίας του μέχρι και τη λήξη της σεζόν. Ο απολογισμός των 16 νικών, τριών ισοπαλιών και δύο ηττών οδήγησαν τον Δικέφαλο στην τρίτη θέση της τελικής κατάταξης (ισόβαθμος του ΟΦΗ) και στην επιστροφή του μετά από πέντε χρόνια στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Μια επένδυση, που απέδωσε Στα «ψιλά» εκείνης της μεταγραφικής περιόδου είχε περάσει η απόκτηση ενός 18χρονου μεσοεπιθετικού από τους Πόντιους Βέροιας, που είχε καταφέρει να ξεχωρίσει στο πρωτάθλημα της Γ΄ κατηγορίας. Επρόκειτο για τον Παντελή Καφέ, ο οποίος θα δήλωνε κάτοικος Τούμπας για τα 6,5 χρόνια που θ' ακολουθούσαν. Και στη διάρκεια τους θα πανηγύριζε την κατάκτηση δύο κυπέλλων. Συνέχισε την καριέρα του σε Ολυμπιακό και ΑΕΚ, κρεμώντας τα παπούτσια του στην ομάδα της Βέροιας. Βέβαια, δεν είχαν όλες οι μεταγραφικές κινήσεις την ίδια ευστοχία μ' εκείνες των Μαραγκού, Φρατζέσκου και Καφέ. Πρώτος από τους νεομεταγραφέντες έφθασε στην Τούμπα ο Ιονέλ Πίρβου, προερχόμενος από τη Στεάουα Βουκουρεστίου.

Ο Ρουμάνος αμυντικός δεν ικανοποίησε και στο τέλος της σεζόν επέστρεψε στην πατρίδα του. Τυπική ήταν η παρουσία και του Ιωσήφ Παλατσίδη, που είχε αποκτηθεί από τον Απόλλωνα Καλαμαριάς, όπως και του Κώστα Ινεμπολίδη, απόκτημα από τον Αετό Σκύδρας. Αντίθετα, ο Νίκος Κολομπούρδας, με θητεία στην Κολωνία, ήταν από τους βασικούς παίκτες του ΠΑΟΚ για τον ενάμισι χρόνο που ακολούθησε (δεν είχε μεγαλύτερη διάρκεια εξαιτίας των τραυματισμών που τον ταλαιπώρησαν). Το ίδιο κι ο Παναγιώτης Σιδηρόπουλος, την απόκτηση του οποίου από τον Ιωνικό είχε εισηγηθεί ο Χρήστος Αρχοντίδης. Υπήρξαν, όμως, εκείνο το χρονικό διάστημα και εσωτερικές μεταγραφές. Έτσι, οι άνθρωποι του ΠΑΟΚ είχαν προχωρήσει επίσης και στην ανανέωση του συμβολαίου του Νίκου Μιχόπουλου, βασικού γκολκίπερ της ομάδας. Ο διεθνής τερματοφύλακας, ωστόσο, δεν το είχε εξαντλήσει, αφού το 2000 παραχωρήθηκε στην Μπέρνλεϊ.

ΖΑΓΟΡΑΚΗΣ

Ο αρχηγός «δέθηκε» με νέο συμβόλαιο Τον Ιανουάριο του 1997 ο Γιώργος Μπατατούδης μόλις συμπλήρωνε ένα χρόνο θητείας ως μεγαλομέτοχος στην ΠΑΕ ΠΑΟΚ. Διέθετε, λοιπόν, ακόμη τέτοια οικονομική ρευστότητα, που του επέτρεπε να κάνει ηχηρές μεταγραφές, αλλά και να «δένει» στην Τούμπα τα πιο μεγάλα ονόματα, που ήδη διέθετε η ομάδα του Δικεφάλου στις τάξεις της. Ετσι, εκείνες τις ημέρες «έπεσαν» οι υπογραφές στο νέο συμβόλαιο συνεργασίας με τον Θόδωρο Ζαγοράκη, διάρκειας πέντε χρόνων, που θ' απέφερε στον τότε αρχηγό της ομάδας το συνολικό ποσό των 250 εκ. δρχ. Ένα χρόνο αργότερα, θα έπαιρνε μεταγραφή για τη Λέστερ.

Διαβάστε ακόμη...