Ροντρίγκο Ρέι: Κι αν είμαι ροκ, μη με φοβάσαι... (vids, pics)

Από sdna.gr : Ροκάς, χαζομπαμπάς, αρχηγός, τρελός με τη μπάλα στα πόδια, έτοιμος για κλήση στην Εθνική Αργεντινής. Ο Ροντρίγκο Ρέι έρχεται στην «Τούμπα» για να γίνει αυτό που λέει το επίθετο του: «βασιλιάς».
Πηγή: sdna.gr
Ροντρίγκο Ρέι: Κι αν είμαι ροκ, μη με φοβάσαι... (vids, pics)

Η ερώτηση κάθε Σάββατο που η παρέα μαζευόταν στο (κάτι σαν) γήπεδο στο χωριουδάκι Las Parejas ήταν μονίμως η ίδια: «Ποιος θα κάτσει τέρμα»; Όλοι προτιμούσαν να σφυρίζουν αδιάφορα, όμως στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Θα το πηγαίνουμε ρολόι. Κάθε εβδομάδα και κάποιος άλλος. Έτσι κανείς δεν θα έχει παράπονο. Δίκαιο.

«Όπως όλα τα μωρά ξεκίνησα να παίζω μπάλα, θέλοντας να γίνω ένας μεγάλος επιθετικός, να σκοράρω γκολ. Μόλις άρχισα να μεγαλώνω άφησα το 9 και πήρα το 5, όπως ο πατέρας μου, που ήταν ο ηγέτης στο χώρο του κέντρου. Μέχρι που ήρθε η σειρά μου να καθίσω στο τέρμα».

Δεν ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Στην αρχή αισθάνθηκε άβολα κάτω από τα δοκάρια, όμως η μπάλα πήγαινε πάνω του σαν να είχε μαγνήτη. Η δημοφιλία του στην παρέα εκτοξεύτηκε. Όχι μόνο γιατί έλυσε για πάντα το αιώνιο ερώτημα που ταλαιπωρούσε κάθε Σάββατο όλο το χωριό, αλλά γιατί ήταν καλός. Πολύ καλός για την ακρίβεια.

Like a Rolling Stone...
Στα 12 του είχε την πρώτη μεγάλη πρό(σ)κληση. Ένας κυνηγός ταλέντων πρότεινε στον πατέρα του να μεσολαβήσει ώστε να δοκιμαστεί στις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα, όμως ο Σενιόρ Γουστάβο ήταν κάθετος: «είσαι πολύ μικρός για να φύγεις ακόμα από το σπίτι». Είναι άγνωστο πόσο μπορεί να ωρίμασε ο Ροντρίγκο μέσα σε ένα χρόνο, αλλά ο πατέρας του μαλάκωσε. Όταν ήρθε η πρόταση της Ρίβερ Πλέιτ, οι αντιστάσεις κάμφθηκαν.

Ο Ροντρίγκο Ρέι πήρε το πρώτο λεωφορείο από το χωριουδάκι της επαρχίας του Σάντα Φε και έκανε τα 360 χιλιόμετρα που τη χώριζαν από την μεγάλη πρωτεύουσα. Στην πραγματικότητα, η απόσταση ήταν χαώδης και δεν είχε να κάνει με χιλιόμετρα: «Στα 14 μου πήγα για πρώτη φορά σε συναυλία των Rolling Stones. Ήταν η πιο δυνατή εμπειρία της ζωής μου, μία μέρα που δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ».

Πριν γεννηθεί ο τερματοφύλακας Ροντρίγκο Ρέι, γεννήθηκε ο ροκάς Ροντρίγκο Ρέι, δύο ιδιότητες που τον ακολουθούν σε όλη του τη ζωή. Ακόμα και σήμερα δηλώνει σκληρός ροκάς, με εμμονή στις ντόπιες μπάντες όπως οι Callejeros, οι Redondos, οι Beriso και οι Vela Puerca. Όσο ήρεμος είναι κάτω από τα γκολπόστ, αλλά και στην προσωπική του ζωή, τόσο... κοπανιέται στον ήχο των αγαπημένων του ασμάτων.

Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω... Μπούργος!

Στη μεγάλη Ρίβερ Πλέιτ έμεινε μία ολόκληρη ζωή. Ακριβώς 9 χρόνια. Πήγε 13 ετών ανήλικο παιδάκι κι έφυγε στα 22 κοτζάμ άντρας. Ακόμα και σήμερα αυτή αναγνωρίζει ως ομάδα της καρδιάς του κι ας μη φόρεσε ποτέ τα γάντια της σε επίσημο παιχνίδι. Το πρώτο του είδωλο ήταν ο Μόνο Μπούργος, ένας αντισυμβατικός τερματοφύλακας της εποχής και νυν βοηθός του Ντιέγκο Σιμεόνε στην Ατλέτικο Μαδρίτης: «ήταν όλο το πακέτο. Φορούσε θυμάμαι μία μωβ φανέλα με ένα τεράστιο μπουλντόγκ μπροστά, έπαιζε και στην εθνική, ήταν το απόλυτο είδωλο μου. Ήθελα να γίνω σαν κι αυτόν κάποια μέρα».

Ρεζέρβα μια ζωή!
Η εξέλιξη του ήταν ομαλή, αλλά κι ανώμαλη μαζί. Ανέβηκε σκαλί - σκαλί την ιεραρχία των εθνικών ομάδων από την U17 και την U19 ως την U20, βρέθηκε σε αποστολές της Εθνικής Αργεντινής σε παγκόσμιο νέων, σε παναμερικανικό, σε λατινοαμερικανικό, αλλά ποτέ ως πρώτος. Πάντα είχε κάποιον μπροστά του να του φράζει την πόρτα προς την ενδεκάδα, κάτι που συνέβαινε μονίμως και στη Ρίβερ Πλέιτ με την οποία υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο, όταν ενηλικιώθηκε.

Στα 22 του βαρέθηκε να κάθεται κι αποφασίζει να φύγει δανεικός στην Νιούελς Ολντ Μπόις, αλλά ούτε κι εκεί η κατάσταση διορθώθηκε. Μπορεί να ήταν στην ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα (με τον Τάτα Μαρτίνο στο τιμόνι) το 2013, αλλά όλα τα έζησε από τον πάγκο ή από την εξέδρα. Είχε φτάσει το καλοκαίρι του 2014, ο Ρέι είχε πατήσει τα 23 και δεν είχε αγωνιστεί ούτε μία φορά σε επαγγελματικό παιχνίδι; Η επόμενη επιλογή θα έπρεπε να είναι all in. Όλα ή τίποτα.

Ιθάκη στην Μεντόσα
Ομολογεί ότι δεν είχε ταξιδέψει ποτέ του στην Μεντόσα στο βορειο-δυτικό κομμάτι της χώρας, κοντά στα σύνορα με τη Χιλή. Εκεί, στην ηρεμία της επαρχίας βρήκε τον εαυτό του, την ομάδα που έψαχνε. Κόλλησε από την πρώτη μέρα με την κουλτούρα της Γοδόι Κρους, όπου πήγε ξανά ως αναπληρωματικός του Σεμπαστιάν Μογιάνο, όμως πολύ σύντομα του έκλεψε τα γάντια του βασικού, τα οποία δεν έβγαλε ποτέ την τελευταία διετία. Η ευκαιρία που ζητούσε για μία ζωή είχε έρθει και δεν είχε σκοπό να την αφήσει να πάει χαμένη.

Περισσότερο από ένας καλός τερματοφύλακας, ο Ρέι υπήρξε για την ομάδα του Μεντόσα ένας ηγέτης εντός κι εκτός γηπέδων. Μία εμβληματική φυσιογνωμία, που μέσα σε δύο χρόνια και μόλις 66 εμφανίσεις κάτω από τα δοκάρια της, άφησε παρακαταθήκη που θα μνημονεύεται για χρόνια.

Η εντυπωσιακή πορεία στο πρωτάθλημα του 2016 (διεξήχθη σε δύο ομίλους), όπου η ταπεινή Γοδόι Κρους τερμάτισε ένα πόντο πίσω από την Σαν Λορέντσο απογείωσε την φήμη του και έφερε την επιστροφή στο Κόπα Λιμπερταδόρες μετά από 5 χρόνια. Παίζοντας σε μία μέτρια ομάδα, ο Ρέι δέχθηκε φέτος 34 γκολ σε 30 παιχνίδια, όμως ψηφίστηκε ως δεύτερος καλύτερος τερματοφύλακας του πρωταθλήματος πίσω από τον Εστέμπαν Αντράντα (Λανούς), τον τύπο που του έτρωγε παλιότερα τη θέση του βασικού στις μικρές εθνικές!

Μπαλαδόρος και... ρισκαδόρος
Το άλλοτε πρότυπο του, ο Μόνο Μπούργος δήλωσε πρόσφατα πως: «ο Ρέι είναι ένας ολοκληρωμένος τερματοφύλακας. Είμαι χαρούμενος που τον βλέπω να προοδεύει μέρα με τη μέρα. Για μένα είναι ήδη ένας μεγάλος τερματοφύλακας». Οι οπαδοί της Γοδόι Κρους του κόλλησαν το παρατσούκλι «γάτος» (κάτι πολύ συνηθισμένο στην Αργεντινή για κάθε γκολκίπερ) και ήδη το όνομα του συζητιέται για κλήση στην Εθνική Αργεντινής ως τρίτη επιλογή πίσω από Σέρχιο Ρομέρο και Χερόνιμο Ρούγι, μία θέση για την οποία ερίζουν οι Ναχουέλ Γκουσμάν και Μαριάνο Αντούχαρ.

Ο ίδιος κάνει ότι μπορεί για να βελτιώνει τις αδυναμίες του, αφού άργησε πολύ να πάρει παιχνίδια στην καριέρα του και να γεμίσει εμπειρίες: «για να γίνεις επαγγελματίας πρέπει να κάνεις θυσίες. Είμαι... άρρωστος με την προπόνηση. Λιώνω κάθε μέρα στο γήπεδο για να διορθώσω τις αδυναμίες μου», λέει χαρακτηριστικά.

Πως θα περιέγραφε ο ίδιος τον εαυτό του; «Μου αρέσουν τα ρίσκα. Συνηθίζω να παίζω πολύ μακριά από την εστία μου με τα πόδια και αυτό είναι ένα κομμάτι που θέλω να τελειοποιήσω, γιατί εκεί κάθε λάθος κοστίζει. Είμαι ακόμα 26 ετών και υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες που μπορώ να διορθώσω για να φτάσω όσο πιο ψηλά γίνεται».

Με μπόι κοντά στο 1.90 (για την ακρίβεια δηλώνεται 1,88), διαθέτει πολύ ελαστικό κορμί, έχει εύρος στην εκτίναξη, έκρηξη και υψηλή οξυδέρκεια του παιχνιδιού. Αυτό του έδωσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού.

Αρχηγός και ηγέτης
Δεν έγινε αρχηγός επειδή ήταν ο παλιότερος στην ομάδα, αλλά επειδή εμπνέει σεβασμό, ηρεμία. Μπορεί να είναι μόλις 26 ετών, αλλά στα αποδυτήρια της Γοδόι Κρους ήταν μία πατρική φιγούρα, μία ήρεμη δύναμη. Το περιβραχιόνιο του το πέρασε στο χέρι ο προπονητής Λούκας Μπερνάρντι που ως παλιά δόξα της Μονακό και της Νιούελς ξέρει καλά να ξεχωρίζει τους ηγέτες: «Το γεγονός ότι με εξέλεξε ως αρχηγό ο προπονητής δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα.

Για μένα δεν άλλαξε κάτι. Είμαι πάντα ο ίδιος. Δεν άλλαξε τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα. Πάντα προσέχω την παραμικρή λεπτομέρεια, όμως τώρα πρέπει να βοηθώ ακόμα περισσότερο τους συμπαίκτες μου. Πρέπει να είμαι εκεί για όλους, να τους βοηθήσω με μία συμβουλή, μία καλή κουβέντα, μία αγκαλιά. Η ομάδα μας είναι μία παρέα και νιώθω ως κάποιος που μπορεί ως μεγαλύτερος να δείξει τον δρόμο στα νέα παιδιά. Είναι μία ευθύνη που την αποδέχομαι με χαμόγελο».

Σπιτόγατος και χαζομπαμπάς

Η Λαλίτα ή Σινιορίτα Μαρία Λάουρα ντελ Ρέι ή σκέτο Λάουρα είναι η γυναίκα της ζωής του και μία αληθινή σταρ στο Twitter, όπου εξιστορεί την ζωή της φαμίλιας, με ορισμένα πύρινα τιτιβίσματα. Συνάμα είναι και η μεγαλύτερη φαν του Ροντρίγκο. Πέρσι τέτοια εποχή οι δύο τους πέρασαν τη μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής τους. Ο Μπενίσιο γεννήθηκε με σοβαρό πρόβλημα υγείας και πριν γίνει καν 20 ημερών χρειάστηκε να κάνει δύο χειρουργεία. Σήμερα, ευτυχώς είναι καλά και συμπληρώνει την ευτυχία της οικογένειας μαζί με την οκτάχρονη Ρενάτα.

Ο Ροντρίγκο είναι ένας αληθινός χαζομπαμπάς. Θα ξυπνήσει πρωί για να πάει την μικρή στο σχολείο, θα κάτσει να την διαβάσει, θα δει καρτούν μαζί με τα μωρά, στην ανάγκη θα «ξεσκατίσει» και το μωρό. Βάζει το χεράκι του (και) στην κουζίνα ως μαθητευόμενος σεφ, είναι ένας καλός οικογενειάρχης, ένας ήρεμος, ήσυχος τύπος, που θα αράξει σπίτι, βλέποντας μπάλα κι ακούγοντας την αγαπημένη του μουσική. Ένα είναι σίγουρο με δαύτον, οι σειρήνες της Θεσσαλονίκης αποκλείεται να τον ξελογιάσουν.

Διαβάστε ακόμη...