Ο Απόλλων Τσόχλας αποκαλύπτεται

Ο Απόλλων Τσόχλας έγινε ο δεύτερος παίκτης του ΠΑΟΚ, μετά τον αρχηγό Κώστα Χαραλαμπίδη, που υπογράφει την επέκταση της συνεργασίας του μεσούσης της σεζόν.
Ο Απόλλων Τσόχλας αποκαλύπτεται

Κι αν αυτή η είδηση αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό της αθλητικής επικαιρότητας, για τον 32χρονο γκαρντ συνιστά τεράστια τιμή και απόλυτη επιβεβαίωση της εικόνας που είχε σχηματίσει για τη διοικητική και τεχνική ηγεσία του Δικεφάλου, από τις πρώτες ημέρες της θητείας του. Συζητώντας μαζί του για περισσότερη από μια ώρα, ήταν φυσιολογικό να γίνουν στάσεις σε διάφορες φάσεις της διαδρομής του, σε πρόσωπα που σημάδεψαν την καριέρα του και επηρέασαν τη νοοτροπία και την ταυτότητά του. Ποιος άλλαξε τη σκέψη του για το μπάσκετ; Ποιος προπονητής έχει. έρωτα μαζί του; Τι σημαίνει Σούλης Μαρκόπουλο, Μπάνε Πρέλεβιτς και τι ΠΑΟΚ; Ο Απόλλων Τσόχλας, σε μια από τις σπάνιες εξομολογήσεις του, μιλάει για όλα στο SDNA.

Βάζουμε το δισκάκι στο player και πατάμε rewind, ξεκινώντας από το παρόν και πηγαίνοντας προς την αρχή της σχέσης λατρείας με το άθλημα, το οποίο, όμως, δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός, εξ ου και η μη συμμετοχή του σε κλιμάκια εθνικών ομάδων και εθνικές ομάδες γενικότερα. Αν δεν υπήρχαν δύο άνθρωποι, που εκτόξευσαν την αυτοπεποίθησή του, δεν αποκλείεται τώρα να εξασκούσε το επάγγελμα του τεχνολόγου γεωπόνου, που σπούδασε στην Κεφαλονιά, παίζοντας παράλληλα μπάσκετ για την πλάκα του.

Η να αγωνιζόταν στα τοπικά πρωταθλήματα, όπως έκανε στον Αρη Γλυφάδας μέχρι 18 ετών! Ξεκινάμε από το σήμερα. «Αυτό που βίωσα τις τελευταίες ημέρες, το ότι μεσούσης της σεζόν ο ΠΑΟΚ θέλησε να επεκτείνει τη συνεργασία μας για τα επόμενα δύο χρόνια, είναι ό,τι πιο τιμητικό θα μπορούσε να μου συμβεί.

Είναι μοναδικό το συναίσθημα να νιώθεις ότι σε πιστεύουν ο Μπάνε Πρέλεβιτς και ο Σούλης Μαρκόπουλος, δύο άνθρωποι που έχουν γράψει ιστορία και εν πολλοίς σε αυτούς οφείλονται οι επιτυχίες της ομάδας τα τελευταία χρόνια», εκμυστηρεύεται ο γενειοφόρος γκαρντ και κάνει την πρώτη αποκάλυψη.

«Από πέρυσι άρχισα να αντιλαμβάνομαι τι σημαίνει αυτό που λένε οικογένεια στον αθλητισμό. Κάποια γεγονότα όμως επιβεβαίωσαν στο απόλυτο την άψογη εικόνα που είχα για αυτούς τους ανθρώπους. Τον περασμένο Νοέμβριο, περάσαμε μια δύσκολη περίοδο γνωρίζοντας τρεις σερί ήττες, μια βαριά από τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ και δύο στο Eurocup. Η δεύτερη, μάλιστα, στην έδρα της Ζιελόνα Γκόρα σημαδεύτηκε από τον σοβαρό τραυματισμό του αρχηγού μας Κώστα Χαραλαμπίδη.

Δύο μέρες μετά, ήταν η ημέρα των Ευχαριστιών, που γιορτάζουν στις ΗΠΑ. Τότε ακριβώς συνέβη κάτι μοναδικό, που άλλαξε όλη την ψυχολογία της ομάδας». «Ουδείς από τους τέσσερις Αμερικανούς είχε την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη κι έτσι η διοίκηση αποφάσισε να κάνει το τραπέζι σε όλη την ομάδα, ακολουθώντας το αμερικανικό έθιμο, ώστε οι συμπαίκτες μας να αισθανθούν όμορφα.

Ο Δέδας είχε πάει τάχα να πάρει τα παιδιά του και υποτίθεται ότι θα αργούσε. Ο πραγματικός λόγος, όμως, ήταν ότι είχε πάει να φέρει τον Χαραλαμπίδη με τις πατερίτσες! Θυμάμαι, μάλιστα, ότι περιμέναμε όλοι τον Κώστα και μετά πήγαμε να καθίσουμε στα τραπέζια. Λίγα λεπτά αργότερα, ειπώθηκε κάτι, που δεν ακούς συχνά στον επαγγελματικό αθλητισμό». «Ο Μπάνε δεν μιλάει συχνά. Για την ακρίβεια, το κάνει σπάνια. Μια φορά πέρυσι μετά το τέλος του πρώτου γύρου και μια εκείνο το βράδυ. Τα λόγια του, ακόμη και τώρα, αντηχούν στην καρδιά μου. ''Να ξέρετε σας αγαπάμε'', μας είπε. ''Σας αγαπάμε, όμως, περισσότερο, όταν χάνετε. Αρκεί να έχουμε δει στα μάτια σας ότι τα έχετε δώσει όλα, ότι έχετε πολεμήσει με όλες σας τις δυνάμεις, άσχετα αν δεν τα καταφέρατε''.

Όταν σου λέει αυτό το πράγμα ο πρόεδρος, πώς να μην δίνεις την ψυχή σου σε κάθε ματς;», εξομολογείται ο Τσόχλας και κάνει ένα μικρό ταξίδι στο παρελθόν. «Ο Μπάνε ήταν ένα από τα μπασκετικά μου είδωλα. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά, που τον συνάντησα, όταν αγωνιζόμουν με το Ρέθυμνο στην Α2.

Είχε έλθει με την ομάδα των Βετεράνων για ένα παιχνίδι που πραγματοποιήθηκε στη μνήμη του Πέτρου Οικονομάκη. Η δεύτερη ανάμνηση ήταν ακόμη πιο ισχυρή, καθώς πρόκειται για την υπογραφή του πρώτου συμβολαίου μου στα γραφεία της ΚΑΕ ΠΑΟΚ τον Ιούλιο του 2013. Πραγματικά, εκείνες τις στιγμές ένιωθα σαν μικρό παιδί και δεν θα ξεχάσω τη νευρικότητα που είχα, όταν τον αντίκρισα.

Ο πρόεδρος αποτελεί έναν από τους τέσσερις πυλώνες, στους οποίους οφείλονται οι επιτυχίες των τελευταίων ετών. Οι άλλοι τρεις είναι ο Νίκος Σταυρόπουλος, ο Τέλης Ζουρνατσίδης και φυσικά ο κόουτς Σούλης Μαρκόπουλος, ο οποίος έχει πετύχει κάτι μοναδικό, που θα μείνει στην ιστορία του μπάσκετ». Ποιο είναι αυτό; «Διανύει την έκτη σεζόν του στην ομάδα και έχοντας υπογράψει πενταετές συμβόλαιο, μπορεί να κοουτσάρει τον ΠΑΟΚ επί δέκα σερί χρόνια! Το εκπληκτικό είναι ότι σε όποιο γήπεδο και αν πάμε να παίξουμε, τον χειροκροτούν. Χαίρει καθολικής εκτίμησης και αυτό είναι το μεγαλύτερο παράσημο στην καριέρα του. Και φυσικά, έχει βάλει τη σφραγίδα του στον ΠΑΟΚ. Ανάλογα με το υλικό που έχει στα χέρια του, η αγωνιστική ταυτότητα μεταλλάσσεται.

Πέρυσι, κατά κάποιο τρόπο η ομάδα βασιζόταν στις συνεργασίες του Κούπερ και του Μπόγρη, ενώ φέτος υπάρχει μεγάλη πολυφωνία και μπορώ να θυμηθώ τουλάχιστον δέκα ματς, στα οποία είχαμε δέκα διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Προσωπικά, οι ευκαιρίες μου έχουν αυξηθεί φέτος, αλλά ακόμη και όταν ήταν περιορισμένες, καθώς βρισκόμουν πίσω από ένα χαρισματικό παιδί, τον Κούπερ, δεν είναι του χαρακτήρα μου να βαριανασαίνω και να γκρινιάζω. Στο δικό μου το μυαλό προέχει η ομάδα και με αυτό το δόγμα πορεύομαι», εξηγεί ο πρώην παίκτης του Ρεθύμνου, ο οποίος αν δεν είχε γνωρίσει δύο συγκεκριμένους ανθρώπους, ενδεχομένως να συνέχιζε να παίζει μπάσκετ για την πλάκα του, όπως έκανε μέχρι πριν από τρία καλοκαίρια στα ανοιχτά γηπεδάκια της Βουλιαγμένης.

«Ο πρώτος που πίστεψε σε μένα ήταν ο Κώστας Ζέρβας. Αυτό συνέβη στην τέταρτη σεζόν μου στην Κεφαλονιά, όπου έπαιζα μπάσκετ καθ' όλη τη διάρκεια της φοιτητικής μου ζωής και με τα χρήματα που έβγαζα, κάλυπτα τα έξοδα της διαμονής και της διατροφής. Ο Ζέρβας μου έδειξε έναν διαφορετικό τρόπο δουλειάς και άλλαξε τελείως την ψυχολογία μου. Ηταν αυστηρός και ζητούσε πειθαρχεία. Τρομερά παθιασμένος για το μπάσκετ και με την εμπιστοσύνη που μου έδειξε, μου άνοιξε τα φτερά.

Η προπόνηση που κάναμε ήταν επιπέδου Α1, ενώ τα παραδείγματα που έφερνε ήταν για μένα τότε εξωπραγματικά. Μου έλεγε π.χ. θα σουτάρεις με μπομπίτα σαν να έχεις μπροστά σου τον Βράνκοβιτς!». Οσο για τον δεύτερο προπονητή, που τον εκτόξευσε; Τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια; «Εντάξει, με τον Στέργιο Κουφό υπάρχει. έρωτας! Με αγαπάει, με στήριξε, μου έδωσε τις απαραίτητες κατευθύνσεις. Αυτό έγινε τη δεύτερη σεζόν μου στο Ρέθυμνο, στο πρωτάθλημα της Α2. Ο Κουφός άλλαξε όλη τη σκέψη μου, με έκανε να διαβάζω περισσότερο το παιχνίδι και να δίνω έμφαση στη δημιουργία.

Ολοι του το αναγνωρίζουν, ότι είναι ειδικός στο πικ εντ ρολ και μέσα από τη συνεργασία μας, άρχισα να εξελίσσομαι. Γνωρίζοντας ότι είχα περιορισμένο ταλέντο στο ένας εναντίον ενός, έδωσα μεγάλη προσοχή στο διάβασμα της αντίπαλης άμυνας και στη λήψη σωστότερων αποφάσεων. Η θητεία μου στο Ρέθυμνο ήταν τρομερή εμπειρία, όχι μόνο για την τέταρτη και πέμπτη θέση που πήραμε στην Α1, αλλά και για το διαφορετικό μπάσκετ, που παίξαμε δύο χρονιές. Όταν έφυγε ο Στέργιος και ήλθε η πρόταση του ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 2013, ήμουν πια έτοιμος για το επόμενο βήμα στην καριέρα μου. Και όπως θα έχετε καταλάβει, αισθάνομαι περισσότερο από δικαιωμένος για την απόφασή μου».

Και η επόμενη ημέρα; Τα χρόνια περνούν και στην περίπτωση του Τσόχλα το αγροτικό (Αρης Γλυφάδας, Αργυρούπολη, Κεφαλονιά, Δούκας) είχε μεγαλύτερη διάρκεια από το «κανονικό». Μετά; «Δεν το έχω σκεφτεί, άλλωστε, νέα παιδιά είμαστε ακόμη», αστειεύεται ο γκαρντ του ΠΑΟΚ.

«Μακάρι να μπορέσω να μείνω στο μπάσκετ και να βοηθήσω από κάποιο πόστο, γιατί είναι ένα άθλημα που λατρεύω και έχω αναμνήσεις από τεσσάρων ετών. Αν πάλι δεν παρουσιαστεί η ευκαιρία που είχα ως αθλητής, θα γίνω γεωπόνος, όπως η σύζυγός μου. Ως τότε, θα απολαμβάνω την κάθε στιγμή στο μπάσκετ σαν να είναι η τελευταία». 

Διαβάστε ακόμη...